Athens

Athens
Athens

Πέμπτη 9 Σεπτεμβρίου 2021

Ον δι ρόουντ

   Σημείο μηδέν. Χρόνος μηδέν. Όχι απλώς για να γράψεις, αλλά ούτε για να σκεφτείς. Άγχη, τρεξίματα, προβλήματα σωματικά και ψυχικά. (Αρχίζει να παλαιώνει το μοντέλο και δεν ακολουθεί…)Το παιδί αδιάθετο. Το κρατάς αγκαλιά να κοιμηθεί, η κήλη σου σε διπλώνει στα δύο. Δεν προλαβαίνεις να φας, να κοιμηθείς καλά. Ψώνια, μαγειρέματα, δουλειά, τραγούδια, βόλτες ξανά απ’ την αρχή. Ρομποτάκι. Σφίγγεις τα δόντια. Σφίγγεις τις γροθιές σου και χαμογελάς, όταν κλαίει που σ’ αποχωρίζεται στο σταθμό. Μικρές επιβραβεύσεις απ’ το βλέμμα και το γέλιο του παιδιού σου σε βουρκώνουν. Μικρές χαμένες μέρες… Λίγο ή πολύ, για όλους. 

Μέχρι τη μέρα που… 

    Έχεις συνηθίσει να την ακούς να τραγουδάει στο αμάξι, όταν οδηγεί κάποιος άλλος. Με σένα χαλαρώνει. Ρεμβάζει. Γυρνάς να την κοιτάξεις, έχει γείρει το κεφάλι της κι απολαμβάνει, χωρίς μιλιά. Φτάνετε. Γκρινιάζει που την κατεβάζεις. Και θυμάσαι  ξαφνικά τις δικές σου διαδρομές. Όταν οδηγούσε ο πατέρας σου, ειδικά στα μεγάλα ταξίδια, ήσουν σ’ αυτό το μεταίχμιο ύπνου και ξύπνιου, άνοιγες τα μάτια, ένιωθες ασφάλεια. Τα ξανάκλεινες. 

Φτάσαμε; 

Έχουμε ακόμη…

(Λες και είχε ποτέ σημασία…)


Είμαστε οι μικρές επιβεβαιώσεις που μας δίνουν τα παιδιά μας όταν αισθάνονται ασφαλή. 

Είμαστε οι μεγάλες επιβεβαιώσεις που δίνουμε στους εαυτούς μας για να αισθανόμαστε ασφαλείς, ό,τι σύνθεση και σχήμα κι αν έχει η «οικογένειά» μας.

Μια αγκαλιά είμαστε.

Για πόσο; Για όποτε.

Τιποτ’ άλλο δεν έχει σημασία. Ανούσιες καθημερινές λεπτομέρειες.

Θα φτάσουμε; 

Ούτε αυτό. Προχωράμε όμως.

Παρασκευή 22 Μαΐου 2020

Εκείνη

    Πολλές φορές γράφω πράγματα με τη σκέψη ότι κάποτε θα κινδυνεύω να τα ξεχάσω, και θα χρειάζομαι υπενθυμίσεις στις ανάστατες σκέψεις μου.
    Όχι αυτή τη φορά όμως. Όχι για σένα. Μετά από χίλιες άνοιες, μετά από εκατό ζωές, θα θυμόμουν αυτές τις στιγμές. Ένα άφθαρτο τατουάζ που έχει σημασία μόνο για τον κάτοχό του. Ίσως και για σένα κάποτε, αν γίνεις κι εσύ μαμά. Ίσως και ποτέ, ακόμη κι αν διαβάσεις αυτές τις γραμμές. Έχει σημασία; Και γιατί πρέπει να βρίσκω αιτίες να καταγράφω τις σκέψεις μου ακόμη και τώρα, την τρέλα μου; Άει σιχτίρ :)
   Ήταν εκείνη η στιγμή που σε αντίκρισα πρώτη φορά, φευγαλέα, με τη δεξιά άκρη του ματιού μου, ανάμεσα σε πράσινα χειρουργικά σεντόνια. Ήταν η πρώτη αγκαλιά μας, όταν με κοίταξες σοβαρά με τις καταγάλανες ματάρες σου. Όταν αναζήτησες το στήθος μου. Κλαυσίγελος ευτυχίας. Ήσουν το ωραιότερο πλάσμα που αντίκρισαν τα μάτια μου και θ' αντικρίσουν ποτέ.
   Ήταν εκείνες οι φωνές που αντηχούσαν από πάνω μου, λες κι έρχονταν από πολύ μακριά, σαν βουητό.
"Καλέ τι όμορφη που είναι! Τι ήρεμη!"
Μια ανήσυχη αναισθησιολόγος μιλάει με τη γιατρό μου και τους νοσηλευτές. "Να την προσέχετε τη γυναίκα, τη φοβάμαι... Δεν έβγαλε κιχ με την επισκληρίδειο, δεν γκρίνιαξε, μόνο γελάει και κλαίει..."
Τι κλάμα κι αυτό, αλήθεια!
    Κατάλαβα πως η επιλόχειος είναι μια διαχωριστική γραμμή που μπορείς να υπερβείς πανεύκολα. Όχι η μάνα σου όμως. Όχι, μετά από τόσα και τόσα.
    Πρέπει να το παραδεχτώ όμως, κάποια στιγμή μ' έπιασε το παράπονο. Όταν έβλεπα τις άλλες λεχώνες στο δωμάτιο μαζί με τις μανάδες τους ολημερίς κι ολονυχτίς, να τους κρατάνε το μωρό, να τις βοηθούν να θηλάσουν, κι εμείς να περνάμε μόνες μας τις νύχτες μας. Να μετράω τις σπασμένες φλέβες, να προσπαθώ να σε κρατήσω και να φεύγει η πεταλούδα απ' το χέρι μου, να νιώθω τα ράμματα σαν μαχαιριές. Σκεφτόμουν πως ο Θεός που δεν πιστεύω με λυπήθηκε, και μου έδωσε ένα ήρεμο κι ήσυχο παιδάκι, που με κοιτάει στα μάτια κι αποκοιμιέται. Πως η γιαγιά σου ήταν μόνη κι εκείνη να μας μεγαλώσει, χωρίς τη μάνα της. Τι κύκλος κι αυτός! Κύκλος αδικίας. Δεν είναι άδικο να σε παρακαλάει ο άντρας σου για να σε βοηθήσει να κάνεις μπάνιο, κι εσύ να ντρέπεσαι για την κατάστασή σου και να σκέφτεσαι πως δεν είναι δικό του καθήκον; Δεν είναι άδικο να σε επισκέπτονται τόσοι και τόσοι, κι εσύ να σκέφτεσαι μόνο το χαμόγελο που θα είχε ο πατέρας σου, αν σας έβλεπε; Γιατί κάποια πράγματα να συμβαίνουν την κατάλληλη στιγμή, αλλά συγχρόνως τόσο αργά;
    Και μετά ήρθαμε σπίτι μας. Και η ζωή μου επιβεβαίωσε πανηγυρικά, πως όλες οι αδικίες που νομίζεις πως έχεις ζήσει εξαργυρώνονται με τόκους ευτυχίας απροσμέτρητης στο χαμόγελο ενός γερού παιδιού. 'Ολα ωχριούν στο πέρασμά του, σβήνουν σαν βουβές αναμνήσεις μπροστά στην αγκαλιά σου. Τίποτ' άλλο δεν έχει σημασία, ούτε θα έχει ποτέ πια.
    Δροσοσταλιδάκι μου!
Ανάμεσα στα δαχτυλάκια σου φωλεύει ένα σμάρι πεταλούδες. Η ανάσα σου μοσχομυρίζει μέλι, και τα χείλη σου είναι ένα κερασάκι που άφησε η φύση στα πόδια της Άνοιξης. Σε βλέπω με τις ώρες να κοιμάσαι, και νιώθω την απόλυτη νηνεμία μετά τις καταιγίδες. Οι υπέροχες ολόμακρές σου βλεφαρίδες σκεπάζουν σαν φτερούγες τα βλέφαρά σου που τρεμοπαίζουν. Κι εγώ εύχομαι τα όνειρα που ταράζουν τον ύπνο σου να έχουν πάντα ήλιο, διαβατάρικα πουλιά, φτερά αγγέλων, και ήρεμες θάλασσες.
    Βουβουζέλι μου!
Ακόμη δεν μιλάς κι όμως μιλάς... Οι φωνούλες σου για αγκαλιές, το γέλιο σου, είναι στ' αυτιά μου κελάρυσμα. Η μουσική σε ηρεμεί. Οι καραγκιοζιές, τα χορευτικά μου, σε κάνουν να γελάς. Πάντα θέλω να γελάς. Να μην σε φοβίζουν οι έντονες στιγμές, οι δυνατές μουσικές, οι δυνατοί άνθρωποι. Να σε φοβίζει μόνο μια μέρα που μπορεί να κοιταχτείς στον καθρέφτη, έχοντας χάσει τον αυτοσεβασμό σου. Τίποτ' άλλο. Και θα φροντίσω, όσο περνάει απ' το χέρι μου, να μην συμβεί αυτό.
    Μπιζέλι μου!
Ευχαριστώ κάθε δευτερόλεπτο, κάθε λανθασμένη επιλογή, κάθε βήμα που σ' έφερε στην πόρτα μου. Ευγνωμονώ όλους όσους έθεσαν τα σωστά κριτήρια, ώστε να βρω τον πατέρα σου. Κι εύχομαι μόνο ο άνθρωπος της ζωής σου να είναι ένας τέτοιος. Ξέρω πως θα αναιρέσω πολλά. Πως θα αποτύχω σ' όλα αυτά τα "εγώ ποτέ δεν..." μαζί σου. Ανυπομονώ ν' αποτύχουμε μαζί. Να σπάσουμε τους κανόνες. Εσύ, το πάντα μου και τα ποτέ μου ολάκερα. Ίσως ακουστεί εγωιστικό, αλλά δεν φοβάμαι πως θα είμαι κακή μάνα. Γιατί ξέρω πως θα σου δώσω ό,τι έχω. Θα παλέψω με όλη μου τη δύναμη να έχεις όσα δώρα άφησαν στα δικά μου πόδια, και κυρίως όσα μου έλειψαν. Κι όταν δεν θα είμαι πια δίπλα σου, να είσαι ένας ολοκληρωμένος, αυτόνομος άνθρωπος. Κι όταν σε βρουν πόνοι και δυστυχίες και δεν θα μπορώ πια να σε προστατεύω, να μην φοβάσαι. Να 'χεις ένα βλέμμα γεμάτο ξαστεριές.
    Κοπελάρα μου!
Κανένας δεν μπορεί να καταλάβει πως μπορεί να οπλίσει το χέρι του η αγάπη, πριν γίνει γονιός. Σκέφτομαι κάποιον να θέλει να σε πειράξει και θολώνω. Λέαινα, θηρίο ανήμερο θα γίνω και θα τον κατασπαράξω. Μια μάνα μπορεί να γίνει ικανή για φόνο, αν κάποιος θελήσει το κακό του σπλάχνου της. Μια ζωή αντί της δικής της. Η ζωή της πια, η ζωή του παιδιού της. Όμως πρέπει να το μάθει πρώτα απ' όλα να παλεύει. Η υπερπροστατευτικότητα μπορεί να γίνει ο χειρότερος συμβουλάτορας σ' ένα χείριστο κόσμο.
    Έλλη μου!
Σε παρατηρώ και σκέφτομαι πως ο λόγος που πιστεύουν οι άνθρωποι στο θείο, είναι για να ερμηνεύσουν τα θαύματα. Να βάλουν ένα προπύργιο στη σκέψη τους, μην καταρρεύσει η λογική τους από κύματα ευτυχίας. Κι όταν σφίγγεις το δάχτυλό μου με τη φούχτα σου, όταν αναπνέω τη θεία μυρωδιά σου, ο ορθολογισμός μου γελάει συνομωτικά και μ' ειρωνεύεται φεύγοντας.

   Κοιμήσου αγάπη μου. Και κανένας δεν θα διαταράξει ακόμη τον ύπνο σου. Εγώ είμαι εδώ. Μετά από έναν μακρύ δρόμο, ατελής, γεμάτη ελαττώματα, με σκληρά φτερά. Μα σ' αγαπάω με όλη τη δύναμη της ταλαιπωρημένης καρδιάς μου, κι αυτό είναι αρκετό.
   Κοιμήσου αγάπη μου. Και θα φροντίσω να ονειρεύεσαι. Μαγικά πλάσματα, κάστρα, δράκους, πριγκίπισσες, στολίδια, ανθόκηπους και χίμαιρες. Ελπίζω να καταφέρω να σε διδάξω κι εγώ κατιτις, έχεις τόσα πολλά να με μάθεις. Κυρίως, να πιστεύω πάλι στα θαύματα και στα παραμύθια.

   

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2020

Στην Έλλη (τα προπαρασκευαστικά)

    Ήθελα να σου γράψω την τελευταία μέρα, πριν μάθω, πώς θα πρέπει να σου απευθυνθώ.
Κοίτα να δεις όμως που πέρασε ο καιρός, και σε λίγο θα γνωριστούμε. Κι όλες οι οικογενειακές εξομολογήσεις εδώ, κατέληξαν να είναι γένους θηλυκού...

    Ίσως έχω κάποιους εκατομμύρια λόγους μετά. Αλλά αυτή τη στιγμή θέλω να θυμάμαι. Κάθε στιγμή θέλω να θυμάμαι, για να φτιάχνω ορισμούς τους οποίους θ' αναιρώ το επόμενο δευτερόλεπτο.
    Τις τελευταίες μέρες σκεφτόμουν πώς ήρθαν τα πράγματα, πώς κάποιες επιλογές μας οδήγησαν ως εδώ. Τις παλαιότερες απόψεις μου για τη μητρότητα. Τον πεσιμισμό μου πως αυτές οι στιγμές ίσως έρχονταν ετεροχρονισμένα, ή και ποτέ. Θυμήθηκα ακόμη και τη συγκαταβατικότητα σε ορισμένα Ρεθυμνιώτικα βλέμματα, όταν με έβλεπαν να παίζω με παιδιά και νόμιζαν πως κρύβω πικρία μέσα μου γιατί αυτή η στιγμή δεν ήρθε - άκουσον άκουσον - στα 23 ή στα 25... (Μακάριος όποιος βλέπει με κωμική διάθεση τις παντελώς λάθος επιλογές στα κυάλια του παρελθόντος του)

    Και τότε ήρθες. Λίγο απροειδοποίητα, λίγο ηθελημένα, λίγο μαγικά. Νομίζω πως καμία γυναίκα δεν θα ξεχάσει ποτέ τη στιγμή που πρωτοείδαν τα μάτια της ένα θετικό τεστ. Ίσως με καταλάβεις κι εσύ σε μερικά χρόνια. Τον πανικό, την αστερόσκονη σε βουρκωμένα μάτια. Και τον τρόπο με τον οποίο η νέα ύπαρξη αυτή κατακλύζει όλο της το είναι.
    Την μαχητικότητά σου, όταν μ' έκανες να πετύχω αυτό που δεν πίστευα ποτέ: να κόψω το τσιγάρο μαχαίρι μέσα σ' ένα πρωινό. Τις προειδοποιητικές κινήσεις και τους πόνους που μου χάριζες απλόχερα σε κάθε δύσκολη στιγμή, κλάμα κι ανασφάλεια του πρώτου καιρού. Λες κι επισφράγιζες πως όλες μου οι σκέψεις πια θα είχαν εσένα ως προτεραιότητα. Επιτακτικά κι απόλυτα.

    Γι αυτό σ' αγαπάω κιόλας τόσο πολύ, πριν σε δω. Αγαπώ κάθε σημάδι στο σώμα που μου δημιουργείς, σε αντάλλαγμα με κάθε λιθαράκι που βάζεις στην ψυχή μου για να γίνω ένας καλύτερος άνθρωπος. Την εξομάλυνση, την ηρεμία, την ανάγκη να βλέπω μόνο όσα έχουν πραγματικά σημασία. Τον φόβο, την ανασφάλεια, την υπερπροστατευτικότητα που προσπαθώ ν' απασφαλίσω σαν ψεύτικες σφαίρες σ' ένα όπλο που εκπυρσοκροτεί λουλούδια. Και τη στιγμή που, σ' ένα άψυχο μηχάνημα, ανοίγεις λίγο το ματάκι και μας χαρίζεις ένα ελαφρύ μειδίαμα, μια υποψία χαμόγελου, σαν να τα καταλαβαίνεις ήδη όλ' αυτά.

    Ανυπομονώ τόσο πολύ να σε γνωρίσω! Περιμένω να καταρρίψω μεγαλοπρεπώς όλα όσα έχω στο μυαλό μου για σένα. Η προετοιμασία για τη μητρότητα μου θυμίζει τις προετοιμασίες για ένα επίσημο δείπνο: ανοίγεις διάπλατα τις πόρτες, φοράς τα καλά σου, καθαρίζεις μηχανικά ό,τι μπορούν να δουν οι επίτιμοι καλεσμένοι, διαβάζεις συνταγές και συμβουλές και περιμένεις, σχεδόν μοιρολατρικά, την επιτυχία. Και η πραγματικότητα έρχεται αδυσώπητη και σου κάνει ανάστα το σπίτι και τα σχέδια, σηκώνει τα χαλιά και τις μπερζέρες για ν' ανακαλύψει κάθε σκουπιδάκι του μυαλού σου, γκρεμίζει τις επιδιώξεις και τρίβει όλα τα «θα» και «ποτέ» ειρωνικά στα μουτράκια σου που έδιναν όρκους πύρινους στ' όνομά τους.

    Μικρή μου Έλλη... Ή Ελευθερία. Ή όπως γουστάρεις να σε φωνάζουν. Ανυπομονώ να σε μάθω. Ανυπομονώ να εκπορθήσεις κάθε αμμουδένιο κάστρο ονείρων που έχω χτίσει για σένα και να γίνεις ένας αυτόνομος, ευτυχισμένος άνθρωπος. Ανυπομονώ να γεμίσεις το κάδρο της σκέψης μου ζωγραφιές. Να μας αγαπήσεις όπως σ' αγαπάμε, με κάθε σημάδι ή ελάττωμα, και να μας καθίζεις στο σκαμνί γι' αυτά, αλλά πρωτίστως ν' αγαπάς τον εαυτό σου. Δεν θέλω να μεγαλώσουμε μια πριγκίπισσα σ' έναν πλασματικό κόσμο. Θέλω να δώσω όλο μου το είναι, για να μάθεις να ντύνεις τις σκοτεινιές σου, την πραγματικότητα με φωτεινά χρώματα.

«Μα τι λες ρε μεγάλε... Πόσο μου μοιασες σ' όλα... Παιχταρά πάρτα μου όλα, άσε κάτι για τον ψυχαναλυτή»

    Δεν την έχω ζήσει ακόμη τη μητρότητα. Αλλά διαισθάνομαι πως δεν είναι τίποτα λιγότερο από ένα ταξίδι που χάνεις τελευταία στιγμή τις αποσκευές σου και πορεύεσαι γυμνός, κραδαίνοντας έντρομος σαν φυλαχτό τα πρότυπα, θετικά κι αρνητικά, που σου έδωσαν οι δικοί σου γονείς. Ευγνωμονώντας κάθε πράξη, κάθε σφάλμα που σε οδήγησε ως εκεί. Απόλυτα τρομαγμένος και τρομακτικά ευτυχής. Το μεγαλύτερο στοίχημα της ζωής σου, εκεί που ποντάρεις τα ρέστα σου κάθε φορά για ν' ανακαλύψεις τα όρια που σβήνουν στο πέρασμά σας.

    Πριν αρκετά χρόνια, όταν αποχαιρετούσα το αγαπημένο μου Ηρακλειώτικο σπίτι και μάθαινα συγχρόνως πως ο αγαπημένος μου άνθρωπος στον κόσμο δεν θα ήταν για πολύ καιρό κοντά μου, έκατσα στο πάτωμα ενός άδειου δωματίου μ' ένα τσιγάρο κι ορκίστηκα στον εαυτό μου πως θα μεταφέρω, όσο αντέχω, τη θετικότητα που είχα νιώσει εκεί μέσα σε κάθε χώρο, σε κάθε αξιόλογο άνθρωπο που γνώριζα, με όλη τη δύναμη της ψυχής μου. Τον τελευταίο μήνα που μπαίνω στο δωμάτιό σου και φτιάχνω, συγυρίζω, ή απλώς ψάχνω μια αφορμή να χαμογελάσω, θυμάμαι πολύ έντονα εκείνη τη μέρα. Δεν μπορώ να σου υποσχεθώ ότι θα είμαι καλή μάνα, ή ότι θα έχουμε μια εύκολη διαδρομή. Μπορώ μόνο να σου υποσχεθώ πως το ταξίδι μας θα έχει όμορφες στάσεις, μουσικές, και ειλικρίνεια. Και πως θα πασχίζω να σου δώσω όσα μου έλειψαν, με κάθε ρανίδα αίματος που κυλά στις φλέβες μου. Την παρουσία μου, την φωλιά μου, για όσο τη θελήσεις και την αντέξεις.

    Άντε ντε... Μας περιμένουν ονειροπολήσεις. Και κλάματα. Και συναυλίες. :)

   

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2019

https://www.youtube.com/watch?v=K-m3cOlTYKg

 
    Τελικά οι οικογενειακές καταθέσεις δύσκολα σταματούν. Με τη διαφορά πως η συγκεκριμένη είναι ανεξαρτήτως φύλου.

     Τόσο καιρό πίστευα πως θα δυσκολευτώ πολύ, όταν έρθει η ώρα σου. Σκληρές προηγούμενες δουλειές, βάρη... Λες και σ' είχα απωθήσει σ' ένα μικρό κουτάκι του μυαλού μου για να μην πονέσω, να μην απογοητευτώ, περιμένοντας το χειρότερο. Ένα προστατευτικό κουκούλι γύρω απ' τους φόβους μου. Το οποίο ξηλώθηκε τόσο εύκολα κι αναπάντεχα, για να τρυπώσει από μια γωνιτσα του η χαρά...

    Είναι πολύ νωρίς ακόμη, λένε όλοι. Πολλά μπορεί να συμβούν, μην το λες μέχρι να πας τριών μηνών... Έχουν δίκιο. Αλλά δεν υπολογίζουν πόση ανάγκη έχει ένας ταλαιπωρημένος άνθρωπος να μοιραστεί ένα χαρμόσυνο γεγονός. Τα κακά νέα ταξιδεύουν αναγκαστικά, τα καλά από επιλογή σου. Κι είναι επιλογή μου να μοιραστώ τη χαρά μου και να την ορθώσω απέναντι σε οποιαδήποτε κακή πρόθεση ή αρνητική ενέργεια... Δεν την πιστεύω, οπότε δεν μ' αγγίζει πια. Ακόμη κι αν κάτι πάει στραβά (χτυπάμε ξεροκέφαλο), δεν μας πήραν και τα χρόνια. Και άιντε να γαμηθείτε εσείς κι ο αρνητισμος σας, στην τελική. Έτσι καθησυχαζόμαστε.

     Μικρό μου αστεράκι!
Διάβασα πως ήσουν σαν παπαρουνόσπορος, και αυτές τις μέρες η καρδιά σου θ αρχίσει να χτυπά. Μου δείχνεις ξεκάθαρα τις... διατροφικές σου προτιμήσεις, κι είναι κάπως αστείο να έχω μια υπερευαίσθητη όσφρηση που πιάνει κάθε μυρωδιά (αν και λίγο επώδυνο, τώρα καλοκαιριάτικα). Δείχνεις πάντως να έχεις... μαχητική διάθεση. Δεν πρόκειται να ξεχάσω εκείνο το βράδυ Σαββάτου που καθόμουν χαλαρή στο καναπεδάκι μου κι έπινα τσικουδιά μαζί με το μεζέ μου, όταν ένιωσα ένα πολύ περίεργο συναίσθημα να μου λέει "σταμάτα". Χωρίς να έχω πιει πολύ. Δεν μπορώ να το περιγράψω. Την επόμενη μέρα, έμαθα ότι υπάρχεις στη ζωή μου.

   Σε σένα δεν μπορώ να υποκριθώ ότι είμαι γενναία. Τρέμω κάθε στιγμή που περιμένω μια ιατρική εξέταση που μου δείχνει αν είσαι γερό. Ξυπνάω δυο και τρεις φορές τη νύχτα. Αγχώνομαι για όλα. Και συνειδητοποιώ πως έτσι θα είναι κάθε μέρα της ζωής μου από δω και μπρος. Ένας φόβος για το αν είσαι καλά. Ακόμη κι αν οι αρχές μου δεν θα μου επιτρέπουν να σου το δείχνω και πολύ, για να μην γίνω ένα υπερπροστατευτικό, καταπιεστικό πλάσμα.
Και να σου πω και κάτι; Πολύ το γουστάρω.

    Ξέρω ότι με νιώθεις, όταν σου μιλούν οι σκέψεις μου. Αλλά θα περάσει πολύς καιρός μέχρι να καταλάβεις πόση χαρά κι αγάπη σε περιβάλλει. Τα βουρκωμένα χαμόγελα των συγγενών σου. Η νονά σου που χοροπηδάει και κάνει σχέδια. Ένα φιλάκι στην κοιλιά απ' τον καλύτερο φίλο του πατέρα σου. "Να προσέχεις τώρα πιο πολύ το Ζετ-εμ μας, ε; Άιντε!" Γι αυτό σου λέω, αστεράκι μου. Θα έχεις μια μεγάλη μουρλοοικογένεια που θα σε λατρεύει. Έλα εσύ και μην φοβάσαι τίποτα.

    Οι φόβοι είναι όλοι δικοί μου. Θα είσαι το πρώτο πλάσμα που θα κάτσει τη Ζέτα στο σκαμνί. Κάθε μέρα που θ' αναρωτιέμαι αν είμαι αντάξιά σου, αν σου έδειξα αρκετά πως σ' αγαπάω. Για να γίνεις ένας χαρούμενος, αυτόνομος, υπέροχος άνθρωπος. Κι εγώ να πληρώσω όλες μου τις αμαρτίες τυλιγμένες σ' ένα σελοφάν λατρείας.

   Φύλο; Έχουν αρχίζει να πέφτουν τα προγνωστικά.
Ρε ποιος νοιάζεται για το τι φύλο θα είσαι; Γερό να είσαι. Άντε, και να έχεις τα μάτια του πατέρα σου, για να μου θυμίζεις και τον Χρηστάρα μου.

   Ανυπομονώ να ταξιδέψουμε μαζί, μικρό μου αστεράκι. Βάζω τ' όχημα και τη μουσική. Βάλε τη διαδρομή κι όλα θα γίνουν. Σε περιμένω.

Τρίτη 12 Μαρτίου 2019

Βάσω

    Ώστε έτσι θα πάει; Κάθε καινούριο γράμμα εδώ θα είναι μια οικογενειακή κατάθεση με γυναικείο όνομα; Ή μια ολότελα κρυμμένη ερωτική εξομολόγηση; Και πώς γίνεται, κάθε φορά, να ξεκινάω έχοντας μια ιδέα στο ψηφιακό μου χαρτί, και ο χρόνος και τα γράμματα να την μετατρέπουν σε ό,τι εξομολόγηση γουστάρουν εκείνοι; Ξέρω με βεβαιότητα πως θα γίνει και τώρα.
   Σκατά.

    Δεν μπήκα ποτέ στον κόπο να γράψω ένα αντίστοιχο γράμμα σε σένα, όπως στον Χρήστο, γιατί ένας "επικήδειος" είναι περιττός στη ζωή ενός ανθρώπου που υπάρχει ακόμη.
Απλώς έτυχε να πέσει τώρα στα χέρια μου μια παλιά φωτογραφία με τις δυο "μαμάδες" μου, και με βοήθησε να ολοκληρώσω για πρώτη φορά τη σκέψη μου γραπτώς.

  Μια γυναίκα στη φωτογραφία που είναι σχεδόν ίδια μετά από τόσα χρόνια, και την ζω καθημερινά. Και μια την οποία δεν αντέχω να κοιτάζω, ούτε την βλέπω συχνά, γιατί προσπαθώ με πολύ κόπο να διακρίνω τις ομοιότητές της με τη γυναίκα της φωτογραφίας, πόσο μάλλον τις - επιβεβλημένες απ' το γενετικό κώδικα - δικές μας.
Ένας άνθρωπος που υπάρχει ακόμη, αλλά δεν ζει.
Επικήδειος. Ή παράπονο. Όπως θες πες το.



    Δεν θυμάμαι ούτε μισό άτομο που να γνώρισε τη Βάσω στα καλά της και να μην μου είπε πόσο έξυπνος, διορατικός, συμπονετικός άνθρωπος ήταν. Πόσο δουλευταρού και πεισματάρα για να προστατέψει όσα και όσους αγαπάει.  Σχεδόν με απολογητικό τόνο, που δεν πρόλαβα να τη γνωρίσω πολλά χρόνια έτσι, όπως εκείνοι. Όμως η παιδική μνήμη λειτουργεί διαφορετικά. Τη θυμάμαι έτσι. Αναφέρω πάντα τις καλές τις στιγμές, τα ταλέντα της... Αλλά στον παρελθοντικό χρόνο. "Ήταν".

    Η ευγνωμοσύνη και τα νεύρα είναι δύσκολο να συνυπάρξουν. Θα είμαι πάντα ευγνώμων σε μια γυναίκα που επέλεξε να με γεννήσει για να σώσει έναν προβληματικό γάμο, που θεωρούσε πως ήμουν αχτίδα φωτός στα προβλήματα που ήξερε (ή δεν ήξερε) πως έχει, που με μεγάλωσε για να γίνω ένας δυναμικός, αυτόνομος άνθρωπος, δείχνοντάς μου την αγάπη της με κάθε τρόπο που υπάρχει από καταβολής κόσμου, όσο χειριστική ή πιεστική κι αν γινόταν, χωρίς να το αντιλαμβάνεται. Γιατί είχε μάθει να καταπιέζει την τρυφερότητά της, την ανάγκη της να ζητάει πράγματα. Γι' αυτό κάποιες φορές η αγκαλιά της ήταν σκληρές φτερούγες να σε σκεπάζουν. Χωρίς πούπουλο.

   Αχ μωρέ Βάσω!
Είχες πάντα την καλύτερη συμβουλή για όλους. Κι όταν έτρεχες να βοηθήσεις τους πάντες χωρίς να υπολογίζεις το προσωπικό κόστος, ένα ύπουλο τερατάκι έκανε τα μαθηματικά για σένα. Και μηδέν εις το πηλίκο, κατέληξες μόνη κι αβοήθητη. Δεν μπορώ να εκνευριστώ επειδή άφησες τη μανιοκατάθλιψη να σε νικήσει, ενώ απέδειξες για χρόνια ότι μπορούσες να της δώσεις μερικές ξεγυρισμένες σφαλιάρες. Εκνευρίζομαι όμως γιατί όταν μπήκα πια στην εφηβεία κι άρχισα να σου τα χώνω για όλες τις λανθασμένες επιλογές που έβλεπα ότι έκανες, άφηνες το ξεροκέφαλό σου ν' αποφασίσει για το καλό των άλλων αντί για το δικό σου. Μαμά Τερέζα. Όταν έφτασα να σου πω πως αγαπάω έναν άνθρωπο που αντιμετώπιζε τα ίδια προβλήματα με σένα, έχασες το χρώμα σου. Είχες αρχίσει να καταλαβαίνεις τι έκανες, αλλά ήταν αργά.

    Και τώρα;
Όταν αποφάσισα πως δεν μπορώ ν' ασχοληθώ άλλο μαζί σου αλλά με τη ζωή μου, έγινα ο σκληρός άνθρωπος που ήλπιζες ότι θα γίνω. Αλλά όχι με τον τρόπο τον δικό σου. Δεν κράτησα κακία σε κανέναν απ' τους δυο σας, δεν αρνήθηκα να μιλήσω στους γονείς μου για χρόνια. Κι όταν έλεγες τον πεθερό σου "πατέρα", προσπαθούσες να καλύψεις τα κενά. Εγώ νιώθω τα πεθερικά μου οικογένειά μου, επειδή μιλάω. Και μπορώ να μιλήσω για τις κακές στιγμές, αλλά κι όοοολους τους λόγους που νιώθω τυχερή που σας είχα. Πάντα μιλάω. Και ξέρεις πως αυτό με έσωσε από πολλά πράγματα. Κρίμα που δεν πείστηκες ποτέ να το κάνεις.

     Όταν παντρεύτηκες, έφυγες απ' το σπίτι σου σαν κυνηγημένη. Κι άκουγες τη "Μπαλάντα της Ιφιγένειας" για να εξιλεωθείς απέναντι σ' αυτό που ένιωθες για τη μάνα σου. Είχα την εξιλέωσή μου μαζί σου, χρόνια πριν, όταν ακούγαμε μαζί αυτό το τραγούδι.

   Βασούλα μου... Μου έμαθες να μην υποχωρώ. Να υποτιμώ τον κίνδυνο. Να διαχωρίζω ένα προκλητικό ντύσιμο από μια προκλητική συμπεριφορά. Να διαβάζω. Ν' αμφισβητώ. Ν' ακούω μουσική. Να χορεύω τσιφτετέλι σαν να μην είμαι η πουτάνα του δωματίου. Μου έδωσες τόσα και τόσα εφόδια για ν' αντιμετωπίσω σοβαρές καταστάσεις, λες και ήξερες πως, όταν έρχονταν, δεν θα ήσουν εκεί.
Και τα κατάφερες. Ακόμη και μόνο γι αυτό, θα πρεπε να μαι απόλυτα ευγνώμων.

   Ξέρεις όμως τι γίνεται;
Να, αυτό που είπα. Δεν είμαι σαν εσένα. Είμαι παραπονιάρα. Δεν νιώθω πως το να ζητιανεύσω χάδια θέτει σε κίνδυνο την ακεραιότητά μου. Και γέρασα λίγο για ν' αλλάξω.

   Ούτε μία στο εκατομμύριο δεν θα σε αντάλλαζα με μια μανούλα του σωρού, που μιλάει ολονυχτίς για μαλλιά, κρέμες και νύχια. Με κανένα γυναικάκι που κλαψουρίζει αδυνατώντας δήθεν να πάρει αποφάσεις, για να κρύψει τον ήχο της μαχαιριάς της στην πλάτη του άλλου. Απλώς, καμιά φορά....

    Θα ήθελα μια μάνα που να θυμάμαι την τελευταία φορά που έφτιαξε καφέ για να με υποδεχτεί, ή έστρωσε ένα κρεβάτι για να κοιμηθώ.
Μια μάνα που να μπορούσε να έρθει στην ορκωμοσία μου.
Μια μάνα που να μπορούσε να με συμβουλέψει για νυφικά, με το αυστηρό, λιτό, αλλά καταβάθος τόσο πανομοιότυπό μας γούστο της. Και να γελάει με τον πανικό μου.
Μια μάνα που θα μπορούσε να έρθει στο γάμο μου.

    Δεν έχω ανάγκη τη βοήθειά σου, γιατί έχω ξεχάσει χρόνια τώρα πώς ήταν. Αλλά θα 'θελα ρε γαμώτο να γνωρίσεις καλύτερα τον άνθρωπο χωρίς τον οποίο δεν μπορώ να ζήσω ούτε μια μέρα. Nα χαιρόσουν...
   Αν δεν έλειπε τώρα, ίσως να μην το έγραφα αυτό. Αλλά είναι αστείο η σκληρή, αυτάρκης τύπισσα που μεγάλωσες να μετράει κάθε λεπτό μακριά απ' τον άντρα της, σε κάθε γωνιά του σπιτιού τους και σ΄ ένα άδειο κρεβάτι. Και να ξέρεις πως αυτό το συναίσθημα δεν βρωμοκοπάει ανασφάλεια. Θα με καταλάβαινες. Θα γελούσες...

Δεν έχω ανάγκη να καλύψω το κενό καμίας οικογένειας. Έχω τη δική μου πια. Και δεν απαρνήθηκα το παρελθόν, σαν φυγάς. Απλώς με στεναχωρεί που λείπεις απ' τη ζωγραφιά...
  

Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2019

Αριάννα ή Αριάδνη-νι

Αριάδνη μου αγαπημένη.

   Ίσως δεν δεις ποτέ αυτό το γράμμα, μέχρι να φτάσεις είκοσι χρονών γυναίκαρος και τα ελληνικά σου, αλλά κυρίως η κρίση σου να μην σου επιτρέψει να χάσεις πάσα ιδέα για τη θεία σου.
   Ίσως δεν είναι τίποτα σημαντικό όλο αυτό, παρά μόνο η ανάμνηση που έχω από μια όμορφη μέρα που είσαι πολύ μικρούλα για να θυμάσαι.

    Μια ηλιόλουστη μέρα που ήρθες στο Φάληρο, στο σπίτι μας. Κοιτούσες τη θάλασσα, ρουφούσες αχόρταγα κάθε πληροφορία γύρω σου. Κι οι γονείς σου γελούσαν επειδή δεν άφηνες πολλούς να σε κάνουν βόλτα με το καρότσι, πόσο μάλλον κάποιον που σε βλέπει ελάχιστα, όπως εγώ. Κι αφού διαβάσαμε παραμύθια, χορέψαμε, παίξαμε, απομονώθηκες σε μια γωνία, σοβαρή σοβαρή, κι έπαιζες με το σκάκι. Χωρίς να έχεις ανάγκη κανέναν. Κι εγώ συγκινήθηκα γιατί κατάλαβα πρώτη φορά, από τις περιγραφές της μάνας μου, πως είμασταν εγώ και η μαμά σου ως παιδιά. Κι αφού γέμισες φιλιά το "σείο Παχάλη" και τον έκανες ν' αλλάξει τριάντα χρώματα απ' τη χαρά του, μας αποχαιρέτησες κι άφησες μια μελαγχολία πίσω σου. Σαν ν' άδειασε ξαφνικά το σπίτι μας, σαν να έλειπε κάτι.
   Αριάννα μου. Αγαπημένο μου πλασματάκι.

   Εύχομαι, σε κάθε δύσκολη στιγμή, να μπορείς ν' ανασύρεις αυτή την πηγή θετικής ενέργειας από μέσα σου και να σκορπάς χαμόγελα - διαμάντια. Να είσαι αυτόνομη. Ανήκεις σ' ένα κωλόσογο διασκορπισμένο στα μήκη και στα πλάτη της γης, γαμώτο... Κι είναι όλοι μουρλοί, παράξενοι, θεότρελοι. Αλλά πρέπει να είσαι περήφανη για μας. Γιατί είμαστε σπάνια στόφα. Μάθαμε να επιπλέουμε στα ναυάγια που δημιουργήσαμε. Η μαμά σου έχασε την πρώτη σου μέρα στον παιδικό σταθμό, επειδή ήταν στο νοσοκομείο. Και νιώθει τυχερή κάθε στιγμή, γιατί πρόλαβε πάνω στην κρίση ν' απομακρυνθεί από κοντά σου, κι ας τραυματίστηκε η ίδια. Θα δεις κάποτε πράγματα που σε τρομάξουν. Ίσως της κακιώσεις, την αμφισβητήσεις μεγαλώνοντας. Αλλά είμαι σίγουρη πως θα καταλάβεις. Με την ίδια διάθεση που έφτιαχνες ιστορίες και προσπαθούσες να μιλήσεις ελληνικά για να με κάνεις να καταλάβω, με το ίδιο πείσμα θα δημιουργείς και τις προσωπικές σου ιστορίες για να ξορκίζεις τους φόβους σου. Με το γέλιο, και τις σοβαρές ματάρες σου. Το ξέρω ότι μπορείς, μικρό μου, υπέροχο ανθρωπάκι.
   
    Ξέρεις μόνο τι θέλω; Ξέρεις τι υπόσχεση έδωσα στον εαυτό μου;
Θέλω να μην είμαι απλώς η "θεία που ζει μακριά". Να νιώθεις την παρουσία μου δίπλα σου. Να σε κάνω να γελάς, να είμαι αυτή που μπορεί να σε καταλάβει, όπως ήταν η Αριστέα για μένα. Να σου κάνω δώρο τα ρούχα που δεν θα ντρεπόσουν ποτέ να φορέσεις. Να σε κάνω να μην ντρέπεσαι για τίποτα, γενικώς. Όταν είχες αποκοιμηθεί στ' αμάξι, τη στιγμή που ο οδηγός φρέναρε απότομα και τρόμαξες, κόλλησες πάνω μου κι έσφιξες το χεράκι σου στο δικό μου. Τότε ορκίστηκα πως θέλω να σου παρέχω αυτή την αγκαλιά, την ασφάλεια που ίσως κάποιες φορές σου λείψει. Και δεν θα φταίει κανείς τότε μωρό μου, μην μοιράζεις ευθύνες. Σου είπα, ανήκεις σε μια στόφα σπάνια. Παρά τα χίλια οκτακόσια ελαττώματά μας που μπορώ να σκεφτώ πρόχειρα, δεν μας έλειψε ποτέ τον ποτών η αγάπη. Κι αυτή θα είναι πάντα απροσμέτρητη γύρω σου, από ανθρώπους που σε λατρεύουν. Να την κρατάς σαν φυλαχτό.

    Σ' αγαπώ πολύ, μικρό μου Αριάδνη-νι. Ίσως όσο αγαπήσω και τα δικά μου παιδιά.
    Καλό ταξίδι. Να προσέχεις.

Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2018

Tριάντα

- Μα πόσο είσαι; Σοβαρά;

Ένας Αύγουστος μένει ακόμη. Κι όμως λέω πως είμαι τριαντάρα τα τελευταία δυο-τρία χρόνια. Έχει σημασία;

   Το δέρμα μου σπάει. Το βλέπω μέρα με τη μέρα. Νιώθω το σώμα μου ν' αλλάζει. Τόσο νάρκισσος πια; Απλώς κουρασμένη. Νιώθω τα σημάδια που θα έρθουν, κι ας είναι αόρατα ακόμη.
   Με γυμνό μάτι. Και γυμνή ψυχή.
 
    Δεν έχω πλέον υπομονή για όσους καιροφυλακτούν για την έξοδο απ' την πίσω πόρτα της. Δεν διαθέτω ούτε δευτερόλεπτο ανοχής για έναν άνθρωπο που αισθάνομαι ότι απομακρύνεται. Απλώς τον κλωτσάω για να στροβιλιστεί γρηγορότερα στην πορεία του έξω απ' τη ζωή μου. Με πόνο διαπίστωσης; Μπαααα. Βαρέθηκα. Δεν βγάζω πλέον καινούρια συμπεράσματα. Ο πόνος είναι παράγωγο της έκπληξης. Της προδοσίας. Η συνήθεια έχει άλλες μεθόδους. Φοράει ένα στραβό χαμόγελο ανακούφισης. Ανάβει τσιγαράκι και παρατηρεί αλήθειες, σε απόσταση ασφαλείας.

    Κοίτα να δεις πώς έρχονται τα πράγματα!...
Πριν τρία χρόνια, έγραφα εδώ ένα οργισμένο γράμμα στην Άννυ. Την Άννυ Μου, που μου έλειπε. Και τώρα δουλεύω μαζί της. Και κάθε μέρα οι πελάτες μας περνάνε για συγγενείς. «Μεγαλώσαμε μαζί, γι' αυτό μοιάζουμε πολύ». Το ποιηματάκι που λέμε συγχρόνως. Κι ας ξέρουμε πως είναι κάτι πολύ βαθύτερο απ' αυτό. Ήμουν πολύ μικρή για να καταλάβω πως δεν άλλαξε τόσο. Ή αλλάξαμε και οι δύο.
- Έχεις ίδια φωνή με τη μάνα σου! Ίδιες εκφράσεις, κινήσεις...
(Είναι μάνα εξ' επιλογής, όχι εξ' αίματος. Παρ' όλα αυτά, ευχαριστώ.)
- Καλέ, μην αφήνετε την κοπέλα να κουβαλάει βάρη!
- Μην την βλέπετε έτσι, καταβάθος είναι άντρας, αστειεύεται ο Γιαννάκης στην πελάτισσα.
(Ούτε ένα μήνα δεν έκλεισα εκεί... Δεν πειράζει. Καλύτερα.)

   Τι ηλίθια που ήμουν!
   Ζήλευα εκείνους που τα είχαν όλα έτοιμα. Όσο κι αν χαιρόμουν την επιτυχία τους, ένα παραπονιάρικο παιδάκι γκρίνιαζε μέσα μου για το πώς θα ήταν τα πράγματα λίιιιγο αλλιώς. Λίγο πιο βολικά. Κι έπρεπε να περάσει μια δεκαετία για να νιώσει αυτό το παιδάκι τυχερό. Περήφανη που βγάζω μόνη μου τις υποχρεώσεις και το νοίκι απ' τα είκοσι. Περήφανη που τελείωσα δεύτερη σχολή, και κάνω τρεις δουλειές για να πληρώσω το μεταπτυχιακό μου. Έστω κι αργά. Υπέροχη αίσθηση να μην σου χαρίζεται κάτι έτοιμο, γιατί δεν το οφείλεις σε κανέναν. Και στην τελική, αν όλο αυτό με έκανε πιο σκληρή στην κρίση μου με τους αδύναμους ανθρώπους, αν δεν μου αφήνει ελεύθερο χρόνο... Επιλογές είναι.
Αν δεν σου αρέσει, κανείς δεν σε υποχρεώνει να με ανέχεσαι.
Ούτε μου χρωστάς, ούτε σου χρωστάω χάρη.
Α, και σάλτα και γαμήσου.

   Παίρνω αγκαλιά τα παιδιά στους παιδότοπους, λύνω τις μεταξύ τους εντάσεις, βλέπω όλα εκείνα τα πρότυπα γονιών που θέλω ν' ακολουθήσω και ν' αποφύγω. Κρατάω τις ζωγραφιές τους σαν το πιο πολύτιμο δώρο. Δουλεύω και ξεκουράζομαι. Ηρεμεί η ψυχή μου.

   Έχω κάθε δικαίωμα να ονειρεύομαι μια σωστή οικογένεια πια. Το επιτάσσουν οι συνθήκες και η ηλικία. Όσο το θέλουμε και οι δύο. Όσο οι αντοχές μου επιτρέπουν ακόμη να γυρνάω σπίτι υπό κατεδάφιση κάθε βράδυ, αλλά να χτυπιέμαι και να ιδρώνω ποτάμια στο χορό όπως στα είκοσι.

   Δεν μ' αρέσει καθόλου να οδηγώ τ' αμάξι. Το θεωρώ αναγκαίο κακό. Ονειρεύομαι τα 750. Μια D750 και μια Z750. Ή έστω μια Brixton βρε αδερφέ, γιατί όλοι είμασταν χαρλεάδες σε κάποια προηγούμενη ζωή... Κι ο στυλοβάτης των ονείρων μου, είναι άντρας γιατί με υποστηρίζει σε όλα χωρίς δισταγμό. Γιατί ξέρει πως, αν το πάρω απόφαση, θα κρατήσω D5 στα χέρια μου ή θα πιλοτάρω αεροπλάνο.

   Τα θέλω όλα πια. Με όποιο κόστος. Ενδεχομένως, και το απόλυτο τίποτα...

Τι ηλίθια που ήμουν!
Νόμιζα πως το «σ' αγαπάω» είναι πιο όμορφο απ' το «σ' αγαπώ», γιατί γεμίζει το στόμα σου προφέροντάς το, όπως (πρέπει να) γεμίζει την ψυχή σου.
Πόσο χρόνο χάσαμε, προσπαθώντας ν' αφουγκραστούμε λόγια - κενοτάφια συναισθημάτων...
Δεν είχα καταλάβει, ο μαλάκας, πως το «σ' αγαπώ»  είναι ουσιώδες γιατί κρύβεται εκεί που δεν το ψάχνεις.
Σ' εκείνο το χέρι που ανοίγει την πόρτα του μπάνιου για να φέρει τις παντόφλες μου, όταν είμαι στο ντους και τις ξεχνάω.
Σ' εκείνο το θερμός φρέσκο καφέ που παγώνει και με περιμένει στο ψυγείο, όταν ξυπνάω και φεύγω τρέχοντας για τη δουλειά.
Σ' εκείνα τα σημειωματάκια με τα άτσαλα, λίγο παιδιάστικα, υπέροχα γράμματα.
Σ' εκείνα τα τριαντάφυλλα που στολίζουν τον πάγκο της κουζίνας μου, χωρίς να χρειάζονται αφορμή.
Στις βόλτες στο Πασαλιμάνι με ήλιο. Μ΄ ένα κυπελλάκι παγωτό στο χέρι. Διώχνει κάθε μαυρίλα απ' τη σκέψη...
Στο «εμείς», σε κάθε σχέδιο, όνειρο ή στόχο ζωής.

    Κοίτα να δεις πώς έρχονται τα πράγματα!...
    Ευτυχισμένη πια. Για όσο αντέξω.


 
  

Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2017

Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια (2) - και οι γυναίκες, επίσης

    Θυμάμαι σχεδόν κάθε γυναίκα με την οποία μίλησα στο Μαρόκο. Ζεστό βλέμμα, γρήγορη ομιλία - σαν να φοβούνταν μην ακουστούν, έντονες κι εγκάρδιες κινήσεις, προπύργιο μιας καταπιεσμένης τρυφερότητας. Δεν εκφράζονταν, αγκάλιαζαν. Μια κοπέλα στο χαμάμ μας εξηγούσε πως ο δικός της τρόπος ζωής (χωρισμένη με Τούρκο, ζούσε με τη μητέρα της, δούλευε κι έβγαινε μόνη της) είναι καταδικαστέος απ' τα χρηστά ήθη του τόπου. Και δεν μπορώ να ξεχάσω τις εγκύους, οι οποίες φορούσαν βαριά σκούρα χιτζαμπ και μπούρκες στους 45 βαθμούς υπό σκιάν. Οι άντρες ήταν ευγενικοί, αλλά είχαν πολύ έντονο βλέμμα. Σχεδόν πεινασμένο. Κι ας μην προκαλούσαμε καθόλου με την εμφάνισή μας, όπως πολλές τουρίστριες, κι ας μας πέρασαν για ντόπιες δυο-τρεις φορές. Και μιλάμε για μια χώρα που προσεγγίζει πολύ περισσότερο τα δυτικά πρότυπα εν συγκρίσει με άλλα αραβικά κράτη.

   Κι εμείς εδώ περιμένουμε την Ημέρα της Γυναίκας για να δούμε κανένα λουλούδι με γλυκάκι, αγνοώντας ή μη το πολιτικό υπόβαθρο χάριν του οποίου θεσμοθετήθηκε μια τέτοια μέρα, γκρινιάζουμε για την αντρική καταπίεση, και παράλληλα κλαψουρίζουμε επειδή δεν βρίσκουμε έναν σωστό άντρα.

   Γυναίκες κάθε ηλικίας. Ψηλές, κοντές, υπέρβαρες, λιπόσαρκες, όμορφες, άσχημες, ιδιαίτερες, μετατρέπουμε όλες μας τις αδυναμίες σε εγωισμούς, αποποιούμαστε κάθε χαρακτηριστικό που μας κάνει μοναδικές, μπερδεύουμε το σεξισμό με τη σεξουαλικότητα, ευνουχίζουμε τους ανθρώπους που έχουμε δίπλα μας και μετά εξαπολύουμε το μένος μας σε κάθε εκπρόσωπο του αντρικού φύλου λες και τον μισούμε για κάθε στραβό κι ανάποδο ετούτου του κόσμου. Μια ύπουλη αυτοταπείνωση, περίτεχνα τυλιγμένη σε σελοφάν με κορδελίτσες δήθεν φεμινισμού.

   Ξέρεις τι με ενοχλεί περισσότερο απ' όλα; Πως φοβόμαστε να παραδεχτούμε τις αδυναμίες μας. Οι γυναίκες που είναι εγκλωβισμένες σε συμβιβαστικές σχέσεις κρίνουν εκείνες που απολαμβάνουν πραγματικά τη μοναξιά τους. Οι γυναίκες που ωρύονται περισσότερο πως είναι αυτοδημιούργητες και δεν έχουν ανάγκη κανέναν, εύχονται πιο πολύ απ' όλες μια αγκαλιά που θα τις απαλλάξει από κάθε πρακτικό και πνευματικό πρόβλημα. Και οι γυναίκες που έχουν ανασφάλειες ζηλεύουν στις υπόλοιπες όλα όσα πιστεύουν ότι τους λείπουν, με το πιο άσχημο είδος αθέμιτης ανταγωνιστικότητας. Δήθεν θαυμασμός, τυπική αποδοχή με μπόλικη συγκαλυμμένη κακία.

   Και ποιος ο λόγος για ένα καταιγισμό από προφανείς αηδίες που γράφω τόση ώρα;
Δες το σαν ένα είδος εξιλέωσης. Μιας, καθυστερημένης έστω, αυτοκριτικής. Γιατί στις παραπάνω γραμμές βλέπω κάποια κομμάτια του εαυτού μου, όπως βλέπεις κι εσύ. Παραδέξου το. Αποποιήσου αυτό το ρημάδι το άγχος πως πρέπει να 'σαι τέλεια σε όλα.

  Έχει αρχίσει να με εκνευρίζει αυτός ο χαρακτηρισμός της «δυναμικής γυναίκας». Τι σημαίνει δυναμισμός; Να παλεύεις για όσα θέλεις ν' αποκτήσεις, κι όσα αξίζει να διατηρηθούν στη ζωή σου; Να προσπαθείς να γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος, πνευματικά ανεξάρτητος, και ίσως λίγο πιο χρήσιμος; Δεν πρέπει να είναι δεδομένα όλ' αυτά; Ή μήπως δυναμισμός σημαίνει ότι δεν έχεις ανάγκη να κουρνιάσεις κάποια στιγμή στην αγκαλιά ενός ανθρώπου, που το χάδι του θα απαλύνει όλες τις ευθύνες σου, σαν μαγικό ραβδάκι που σε κάνει, έστω και για λίγο, παιδί; Αυτή είναι η γυναικεία «χειραφέτηση»;

   Είμαι μια γυναίκα που, όπως οι περισσότερες με τα σύγχρονα δεδομένα, δουλεύω μίνιμουμ δώδεκα ώρες τη μέρα. Ανισόρροπος χαρακτήρας, εκνευρίζομαι πανεύκολα, και συμβιβάζομαι δύσκολα πια. Κι είμαι μ' έναν άντρα που μετράω τις ώρες και τα λεπτά για να γυρίσει στο σπίτι. Ένα φτερούγισμα στο στήθος μου προλαβαίνει τα βήματά του στην εξώπορτα. Και τα μάτια μου θέλουν να καταπιούν την εικόνα του, δεν μπορούν να χορτάσουν. Ανησυχώ όταν τον βλέπω αδυνατισμένο. Και είμαι ευτυχισμένη όταν ξαστεριώνουν τα κύματα στο βλέμμα του, μόνο μ' ένα χαμόγελο κι ένα πιάτο ζεστό φαγητό μπροστά του. Του μαγειρεύω, του σιδερώνω, τον περιποιούμαι, τον προσέχω, θέλω να κάνω ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό στον λίγο ελεύθερο χρόνο που έχω για να νιώθει γαλήνη στο σπίτι του. Να ηρεμεί το μυαλό του. Αυτό δεν με κάνει λιγότερο χειραφετημένη, ή υποδεέστερή του. Ούτε θέλω να κάνω πράγματα για να με αποδεχτεί, να με θεωρήσει άξια, ή να ικανοποιήσω την εγωιστική μου επιθυμία να τα προλαβαίνω όλα και να νιώθω υπεράνω. Οι ανασφάλειες αυτές καταστρέφουν τις σχέσεις μας με τους ανθρώπους και την αυτοεκτίμησή μας.
Τα κάνω επειδή τα νιώθω. Επειδή τον αγαπάω. Είναι τόσο απλό ρε γαμώτο...

   Ποτέ δεν είναι αργά για πρωτόγνωρα συναισθήματα, τελικά. Όσο κι αν πιστεύεις ότι έχεις ζήσει κάτι στο ζενίθ του, όσο κι αν νομίζεις πως τίποτα δεν μπορεί να σ' εντυπωσιάσει πλέον, πάντα υπάρχει το λίγο παραπάνω, το λίγο παραπέρα. Μην βάζεις όρια.

   Μην εγκλωβίζεσαι σε τυπικούς ρόλους και συμπεριφορές. Μην ακολουθείς συνήθειες από υποχρέωση, από ανασφάλεια για να μην κριθείς. Γυναίκα είναι εκείνη που σέβεται τον εαυτό της πρωτίστως, και τιμά την ιδιότητά της μέσω του Άντρα που πιθανόν έχει δίπλα της. Μόνο έτσι θα τον αγαπήσει και θα τον σεβαστεί πραγματικά, όπως του αξίζει, χωρίς να καταπιέζεται.

    Μια βασική παρένθεση: Όλ' αυτά προϋποθέτουν τον αλληλοσεβασμό στο πρόσωπο ενός ανθρώπου που αξίζει να λέγεται άντρας, όχι σ' ένα αδύναμο πλάσμα χωρίς πυγμή, που μπορεί να πέσει στον γκρεμό αν του το ζητήσει ο φίλος, η μάνα ή το κανίς του. Σ' έναν άνθρωπο που σε κοιτάει στα μάτια, σου κρατάει ένα τριαντάφυλλο μια μέρα που ξέρει ότι ήταν δύσκολη για σένα, νοιάζεται για το αν έφαγες, σ' εξετάζει αν ντύθηκες ζεστά και σκέφτεται τι δώρο θ' αρέσει στην οικογένειά σου. Όποιος δεν αγαπάει πραγματικά τον εαυτό του δεν πρόκειται ν' αγαπήσει κανέναν, ούτε εσένα. Να το θυμάσαι αυτό. Αν προτιμάς να έχεις μονίμως τον κυρίαρχο ρόλο σε μια κατάσταση, αν γοητεύεσαι από «φευγάτους» τύπους που ελπίζεις ότι κάποτε θα δαμαστούν, είναι επιλογή σου. Αλλά μην γκρινιάζεις μετά για αχαριστία και γενικολογείς τσουβαλιάζοντας κάθε άνθρωπο που γνωρίζεις. Κουτούλα στη μάντρα σου και μην ζητάς μετά και τα ρέστα. Με αγάπη πάντα.

  

Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2017

A place called home

   Τα δύο τελευταία χρόνια, λόγω των πολιτικοκοινωνικών αναταράξεων, η έννοια του "σπιτιού" ως καταφύγιο, σημειακό αντικείμενο ή μέσο δήλωσης ταυτότητας έγινε αρκετά δημοφιλής στους καλλιτεχνικούς κύκλους. Πολυήμερες εκθέσεις, σεμινάρια, διαγωνισμοί... Δεν συμμετείχα πουθενά, ίσως γιατί αυτό το θέμα με άφηνε παγερά αδιάφορη. Έχουν περάσει έξι χρόνια από την τελευταία μέρα που αποκάλεσα μια κατοικία "σπίτι".

Και μέσα σε μία μέρα, ξύπνησε ένα συναίσθημα που νόμιζα πως δεν θα εμφανιζόταν ποτέ πια. Με μικρά, δειλά βηματάκια.

Βήμα πρώτο. (Ανοίγω την πόρτα, ακούω τα τακούνια μου στα πλακάκια)
Δεν θ' άφηνα ποτέ κανέναν άλλο να κλείσει ένα σπίτι για μένα, χωρίς να το δω πρώτα. Ένα άνετο σαλόνι, απ' την μπαλκονόπορτα διακρίνω μια τζουρίτσα θάλασσας. Μισό χαμόγελο. Αρχίζω ασυναίσθητα να σκέφτομαι χρώματα. Καλό σημάδι.

Βήμα δεύτερο. Μια κουζίνα με ξύλινα και λευκά ντουλάπια, λουσμένη στο φως.
Το χαμόγελο ολοκληρώνεται σε τέλειο ημικύκλιο. Φαντασιώνομαι σε γρήγορα καρέ, πρωινούς καφέδες κι όλα τα αίσχη που θα σου ετοιμάζω εκεί μέσα. Είχα μια δεκαετία να νιώσω τέτοια προσμονή αντικρίζοντας απλώς ένα δωμάτιο. Πόσα χρειάζονται μερικοί άνθρωποι για να είναι ευτυχισμένοι...

"Θα σου φτιάξω κι εκείνο τον θεατρικό καθρέφτη με τις λάμπες που μου έλεγες, πανεύκολο είναι... Α, σου πήρα και δυο φωτάκια να στα περάσω κάτω απ' τα ντουλάπια της κουζίνας για να βλέπεις"

Βήμα τρίτο. (Καφές στη γειτονιά, για τα συμβόλαια)
Μια κουρασμένη, αργή, καλωδιωμένη με hands free μεσίτρια σου χαρίζει ένα απ' τα -σπάνια, φαίνεται- ειλικρινή της χαμόγελα. "Πάντα έτσι να είστε..."

Βήμα τέταρτο. Με παρατηρείς απ' το δρόμο. Μυστήριο χαμόγελο, όταν παίζω με τσιπιρίκια.
"Αγάπη μου, σου πάνε πολύ τα παιδιά... Να σου κάνω πεντ' - έξι;"...

Και κάπου ανάμεσα σε σελίδες με σύνθετα σαλονιού, diy τεχνοτροπίες για τοίχους, χρωματολόγια, σχολικά βιβλία, φωτογραφίες στο Lr, καρτέλες στο biblionet, ένα κουβά καφέ σ' ένα χαοτικό δωμάτιο και μ' ένα στομάχι σε επίσης χαοτική διάθεση για το πώς θα τα προλάβουμε όλα, ξαφνικά ξυπνάω.

Φτιάχνουμε το σπίτι. Το Σπίτι ΜΑΣ.

Εκείνα τα μικρά, τα ασήμαντα, που πλημμυρίζουν τη σκέψη σου με όλα τα παράγωγα του "εμείς", αυτό είναι το Σπίτι. Κάθε χαδιάρικο βλέμμα, κάθε αντικείμενο που τοποθετείται στο ράφι από χέρια που αγαπάνε. Ονειρεύομαι μια ζεστή, φωτεινή φωλιά, ανοιχτή για να ταίσω και να κοιμίσω κάθε δικό μας άνθρωπο. Ονειρευόμαστε, κι αυτό έχει κυρίως σημασία.

Και μπορώ να ονειρεύομαι, γιατί Σπίτι μου έχει γίνει το βλέμμα σου.
Και μπορώ να ελπίζω πως δεν θα επιτρέψουμε στους εαυτούς μας να γίνουμε έρμαια μιας ρουτίνας.

Βήμα πέμπτο και τελευταίο (της επιστροφής).
Οδηγείς στη Συγγρού, κι αστραπιαία το σώμα σου κολλάει στο δικό μου και βάζεις μηχανικά τα χέρια μου στις τσέπες σου για να μην κρυώνω.

Ανυπομονώ.




Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2017

Χορός

Θα σου πω ένα μυστικό. Κι είναι απ' τα πιο σημαντικά που θα μάθεις.

   Όταν χορεύω, μου έρχονται στο μυαλό φαντασιώσεις. Νιώθω ότι έχω απέναντί μου ανθρώπους που αγαπάω, ανθρώπους που είναι μακριά μου, ανθρώπους που ερωτεύτηκα στο παρελθόν, και μέσω τις κίνησης μεταδίδω μηνύματα που δεν πρόλαβα να τους πω. Σαν τρόπος να με γνωρίσουν καλύτερα. Το έκανα αυτό, από παιδί. Με ηρεμούσε, με ξεκούραζε, με γέμιζε, ήταν ένα είδος ψυχοθεραπείας που με έσωσε από πολλές κακοτοπιές.

   Ανά καιρούς κάποιοι άνθρωποι μονοπωλούσαν τη σκέψη μου. Έστελνα λευκά γράμματα με αποκλειστικούς παραλήπτες εκείνους. Αλλά κι αυτό σε κουράζει κάποια στιγμή. Η αδικία κουράζει, όπως κι ο πόνος. Η αγάπη δεν κουράζει και δεν κουράζεται ποτέ.

   Πάντα απορούσα μ' εκείνους που ξε-αγαπάνε. Το λεξιλόγιο του μυαλού μου αρνιόταν αυτή την διαδικασία. Και πάντα απορούσα με το αν είναι φυσιολογικό αυτό που κάνω, αν κάτι δεν πάει καλά με το δικό μου ξεροκέφαλο. Που προτιμούσα να ζω κάτι έντονα, ή να μην το ζω καθόλου.

   Είχα μάθει να μου έρχονται όλα εύκολα στον ερωτικό τομέα. Γι αυτό και οι απορρίψεις κλωθογύριζαν στη σκέψη μου πολύ περισσότερο απ' όσο τους άξιζε, για μήνες ή για χρόνια, λες και η επιβεβαίωση της αξίας μου θα ερχόταν από οποιονδήποτε άλλο για να την καταλάβω, όχι από εμένα. Τέτοιος μαλάκας ήμουν.

   Και κάπως έτσι έφτασα 28 Αυγούστων.
   Και η φαντασίωσή μου πλέον έχει όνομα.
   Δεν ζήτησα ποτέ την κεντρική σκηνή, ούτε όμως αγάπησα την κερκίδα.
   Και το χαμογελαστό σου πρόσωπο πλημμυρίζει το πιο μεγάλο στάδιο που μπορεί να
   πλάσει η σκέψη μου.

  Είμαι εθισμένη στους γρήγορους ρυθμούς. Η απραξία με αποσυντονίζει... Ένα βασικό μου ελάττωμα που γίνεται προτέρημα, όσο συμβαίνουν όμορφα πράγματα και παρασύρομαι, προσπαθώντας να εντοπίσω την παγίδα. Τη στιγμή που κάτι θα πάει στραβά.

  Είσαι η δύναμή μου. Ο λόγος που πιστεύω ότι είμαι ικανή για όλα. Ίσως τα 'κανα και χωρίς εσένα, αλλά παίρνουν αξία με τη χαρά που βλέπω στο βλέμμα σου. Με κοιτάς με καμάρι και λιώνω το κεράκι, κάθε μέρα που περνάει σε ερωτεύομαι περισσότερο.

  Κατάλαβα πως για να τιμήσω κάθε έννοια της λέξης γυναίκα, πρέπει να έχω έναν Άντρα δίπλα μου. Ημέρεψα. Και κάθε ξημέρωμα με βρίσκει με βρίσκει λίγο πιο ξεκούραστη. Λίγο πιο επουλωμένη. Με λίγη δύναμη παραπάνω για να γυρίσω τον κόσμο ανάποδα. Για σένα, και μαζί σου.

Αν με αντέξεις; Χμμ...
Ας μην κάνω μεγαλεπήβολα σχέδια. Κι αυτά που είπα είναι ήδη πολλά.

 
  

Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου 2017

Λιμάνι

   Παρασκευή. Το μίνι διάλειμμα της Κυριακής. Δύσκολη μέρα δύσκολης εβδομάδας. Πόδια ταλαιπωρημένα. Μυαλό κουρασμένο κι ανήμπορο ν' αξιολογήσει πλήρως νέα δεδομένα, σώμα που δεν σ' ακολουθεί πια όπως θα ήθελες. Άγχος. Σχέδια. Πίεση.
   Ανοίγεις βιαστικά την πόρτα του αυτοκινήτου. Τ' αγαπημένα σου τριαντάφυλλα σε περιμένουν στο κάθισμα. Το αγαπημένο σου φρεσκοξυρισμένο πρόσωπο σε περιμένει μ' ένα χαμόγελο γεμάτο μικρούς ήλιους.
   Και ξαφνικά θέλεις να βάλεις τα κλάματα. Συγκίνηση, ανακούφιση, ηρεμία; Απορία μήπως, αν σου αξίζει όλο αυτό που ζεις; Κι όμως το νιώθεις. Τόσο νωρίς... Αυτό το "εδώ είμαστε". Έχει σημασία;
   Την ίδια στιγμή που συζητάς για υπολογιστικά, πρακτικά πράγματα, το πώς θα ψάξετε για το σπίτι, από πού θα ψωνίσετε τις συσκευές, ένα πονηρό παιδιάστικο γελάκι σε αποσυντονίζει με σκέψεις για ένα έξοδο που δεν είναι απαραίτητο. Σαν το παιδί που δεν μπορείς να του χαλάσεις χατήρι. Σε λιώνει.
   Αν προσπαθούσες να μαντέψεις ένα τρόπο για να με κάνεις ευτυχισμένη, θα 'πρεπε να κλειδώσεις σ' ένα μαγικό κουτάκι όλες εκείνες τις μικρές, ανούσιες, καθημερινές στιγμές μας, να το φοράω σαν φυλαχτό πολύτιμο. Με κάνεις να αισθάνομαι παιδί. Με ηρεμείς. Και γεμίζεις τη σκέψη μου με λιμάνια.

   "Γυναίκα μου... Γυναίκα της ζωής μου"

Ίσως ο μόνος λόγος για να το γράψω όλο αυτό, είναι για να θυμάμαι πότε ακριβώς άκουσα αυτές τις λέξεις απ' τα χείλη σου. Καταπίνω τις φράσεις σαν βάλσαμο, που διαπερνά τους κόμπους του λαιμού και στάζει μέλι στην ψυχή μου.

  Ξέρεις γιατί είσαι το λιμάνι μου; Γιατί αγαπάω κάθε σου ελάττωμα, περισσότερο απ' ότι αγαπώ τα χαμόγελα σου.

Δεν στο είπα ακόμη. Αλλά θα το μάθεις. Κυρίως στην πράξη.
Είσαι ο άντρας της ζωής μου. Κι αν σε χάσω, το φταίξιμο θα είναι αποκλειστικά δικό μου. Θα 'μαι άξια της "μοίρας" μου.
Καιρός να την διαψεύσω αγάπη μου. Έχουμε πολλά να κάνουμε.

Παρασκευή 28 Ιουλίου 2017

Πόσο λυπάμαι...

    Όσο περισσότερο διαβάζω, τόσο πιο φειδωλή γίνομαι στις λέξεις. Δεν προσπαθώ να σ' εντυπωσιάσω. Δεν μπορώ να σε συγκινήσω.
    Η έλλειψη πνίγει. Τ' ανείπωτα γίνονται μακροσκελείς προχειρογραμμένες επιστολές, βολές κατά ριπάς. Η πληρότητα έρχεται αθόρυβα, αλλά φωνάζει. Δεν σε εμπνέει να γράφεις, αλλά να πράττεις και να ονειρεύεσαι.

   Αντιλαμβάνεσαι τα θέλω μου, πριν προλάβω να τους δώσω υπόσταση. Τα τακτοποιείς στα κουτάκια μιας λογικής λίστας ονείρων και τα μετατρέπεις σε στόχους. Κοινούς. "Να είμαστε καλά, να οργανωθούμε, να πάρουμε την μηχανή σου... να βρούμε ωραία έπιπλα για το σπίτι μας... να..." Συμπληρώνεται η λίστα, και ταυτόχρονα συμπληρώνονται τα κενά μου. Χωρίς ονειροβασίες κι επίπλαστες ανάγκες. Είχα ξεχάσει τη δύναμη του "εμείς". Του ουσιαστικού. Του απόλυτου. Ίσως δεν το είχα ζήσει και ποτέ. Ίσως πίστευα ότι δεν το άξιζα κιόλας.

   Τα λόγια σου λειτουργούν σαν βάλσαμο που με παραλύει, σαν το χάδι σου στην πλάτη μου. Και κάθε μικρή στιγμή μας είναι αφορμή για να καλπάζει η φαντασία μου σε περισσότερες. Κάθε βόλτα μας. Όταν το μάτι μας πέφτει πάνω στα ίδια πράγματα στις βιτρίνες. Όταν οι δουλειές που κάνουμε μαζί δεν φαντάζουν ποτέ ως τέτοιες. Όταν σε θαυμάζω και με καμαρώνεις. Κάθε δευτερόλεπτο που περνάει και χρωματίζει εκείνα τα ασήμαντα, τα καθημερινά, τα βαρετά. Ανυπομονώντας να γίνουν μέρες, μήνες, χρόνια...

  Δεν μ' αφήνεις να νιώσω αμήχανα ούτε στιγμή που μεγάλωσα σ' ένα διαλυμένο περιβάλλον, παρά τις δικές σου απολύτως υγιείς εμπειρίες. Με τον πατέρα σου γελάτε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Σαν να σε βλέπω μετά από τριάντα χρόνια, και σκέφτομαι πως θα είμαι ακόμη (διαφορετικά μεν, αλλά παράφορα) ερωτευμένη μαζί σου. Έχεις το βλέμμα της μητέρας σου. Κι εκείνη έχει το είδος της αγκαλιάς που αγαπώ στους ανθρώπους: ζεστή, επιβλητική, σε καλύπτει ολόκληρο, παρότι μικροκαμωμένη γυναίκα. Ένα σπίτι που με καλωσορίζουν ακόμη και τα ντουβάρια. Ένα μπαλκόνι με θέα για ν' ανασαίνεις, κι ένα λουλούδι απ' τις γλάστρες σας για να μοσχομυρίζει το δωμάτιό μου. Αγαπάμε ακριβώς τα ίδια πράγματα...
  Μην μπερδεύεσαι. Δεν ψάχνω δανεικές φωλιές για να στεγάσω όλ' αυτά που μου λείπουν. Είμαι πολύ μεγάλη για τέτοια λάθη πια, κι ακόμη μεγαλύτερη για δικαιολογίες περί οικογένειας. Καιρός να φτιάξω τη δική μου.

   Κάθε μέρα μου δίνεις μια ακόμη αφορμή να θαυμάζω τη μεθοδικότητα, τη δημιουργικότητα, το πεισματικά δουλευταράδικο πνεύμα σου. Και κάπως έτσι προκύπτουν όλα. Τα σχέδια, οι δουλειές, οι κατασκευές, τα ταξίδια... Απλά, όμορφα κι αβίαστα. Όπως η μαγική φρασούλα που δεν περίμενα ποτέ να βγει απ' το στόμα μου μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Και η αντίδρασή σου, που ήταν ό,τι πιο όμορφο θα μπορούσα να ελπίζω. Μια στιγμή που, όσο κι αν μ' αντέξεις, δεν θα καταφέρω να ξεχάσω ποτέ.

  Ναι, έχω ερωτευτεί κι άλλους ανθρώπους στο παρελθόν. Έχω αγαπήσει, έχω πληγώσει, έχω προστατέψει. Όμως δεν περίμενα ποτέ ν' αγαπήσω έναν άνθρωπο όσο τον εκτιμώ και τον σέβομαι. Οι πεταλούδες στο στομάχι μου γίνονται κόμποι, όταν αγχώνομαι επειδή αργείς να γυρίσεις. Σε ζητά το σώμα μου, όσο σε ζητά η ψυχή μου. Κι αφήνομαι σε ένστικτα πρωτόγνωρα.

  "Πόσο λυπάμαι... Τα χρόνια που πήγαν χαμένα..."
   Δεν θέλω να βλαστημώ το χρόνο που πέρασε χωρίς να σε γνωρίζω. Αν δεν είχε θολώσει το βλέμμα μου, δεν θα διέκρινα ποτέ στο δρόμο μου ένα θησαυρό. Συμπορεύεσαι σωστά με το χρόνο, όσο οξύνει την κρίση σου.
   Δεν θέλω να σε εντυπωσιάσω με λόγια πολυφορεμένα. Γιατί οι πράξεις σου έχουν καταφέρει ήδη να επισκιάσουν όσους γαλήνεψαν και βρώμισαν την ψυχή μου ολ' αυτά τα χρόνια. Κι υπάρχει ακόμη κάτι αμόλυντο, κάτι αφόρετο μέσα μου. Αυτό έχω την ανάγκη να σου δίνω. Ό,τι ονειρευόμουν πως μπορώ να δώσω. Με πράξεις που σου αξίζουν, μέρα τη μέρα.

   Έχω το προαίσθημα πως έχω κάνει διακριτική είσοδο στην καλύτερη περίοδο της ζωής μου. Αθόρυβα, σαν δραστήρια γάτα. Τα θηρία που έπνιγαν το μέσα μου μοιάζουν μακρινά φαντάσματα του παρελθόντος. Χωρίς μεγαλοπρεπείς πομπές, φουσάτα, ποδοβολητά και πυροτεχνήματα. Αποκοιμιέμαι γαλήνια στην αγκαλιά σου σε δευτερόλεπτα. Και σχεδιάζω. Κι ονειρεύομαι. Για όσο μ' αντέξεις. Για όσο αντέξουμε.
Είχα συνηθίσει να κρύβω το ρομαντισμό μου, επιμελώς ή ατημέλητα, για να μην γίνει πάλι εκδικητικός. Όσο ξυπνά μέσα μου, πιο ζωογόνος από ποτέ, να με φοβάσαι. Έχεις πολλά να δεις ακόμη.

Παρασκευή 16 Ιουνίου 2017

Διόδια

    Πέρασε χρόνος από τότε που πρωτοδιάβασα αυτό το κείμενο της Μαλβινα(ρα)ς. Όταν έγλειφα ακόμη πληγές, κι άπλωνα τα βρεγμένα ρούχα της ελπίδας μου να στεγνώσουν στον ήλιο.
    Τι συνέβη από τότε; Μια ψυχοσυναισθηματική χιονοστιβάδα αλλαγών. Ανακατατάξεις, εκπληρώσεις απωθημένων, αναθεωρήσεις... Ώσπου να κερδίσω την ευτυχία, μέσω της ψυχικής μου ηρεμίας.
    Κι έπειτα έρχεται εκείνο το πρωί. Τα πρωινά που, για κάποιο ανεξήγητο λόγο, λιώνεις στο repeat τραγούδια σαν αυτό.
https://www.youtube.com/watch?v=HXNE_l1YUHU
Σε περιβάλλουν με μια ζεστή, ροδαλή ομίχλη θετικότητας, σε προχωρούν ένα βήμα. Το ένστικτό σου βροντοφωνάζει πως κάτι όμορφο θα συμβεί σύντομα.
    Κι έπειτα ήρθες εσύ. Ήταν δυνατόν να μην έρθεις;...

   Βαρέθηκα να κυκλοφορώ με τεράστιες ταμπέλες για τα "θέλω", τις παρακλήσεις και τους στόχους μου.
   Βαρέθηκα να εξηγώ. Να κατηγοριοποιώ. Ν΄ απολογούμαι.
Οι μεγαλοστομίες δεν ωφελούν, ούτε με ωφέλησαν ποτέ. Θα παραμείνω πάντα μια τρελή, ταλαιπωρημένη γυναίκα, που πετάει ό,τι κατεβάσει η κούτρα της.
Που θα αμφιβάλλει για το αν της αξίζει το χαμόγελό σου. Το φως που εκπέμπεις.
Που θα περιμένει να ξυπνήσει μια μέρα απ' τ' όνειρο, και να γίνουν όλα όπως πριν.

Όλα όσα ψέλλιζα πως ζητούσα τόσο καιρό.
Μια κουβέντα μου, σχεδόν δυο χρόνια πριν, όταν μου έλεγαν τι αξίζω. Κι απάντησα πως θέλω μόνο "ένα καλό παιδί, δουλευταρά." Μια φίλη μου γέλασε: "σαν τη μάνα μου ακούστηκες".
Ναι, είμαι πολύ πιο παραδοσιακή απ' όσο φαίνομαι. Κάτι που μάταια προσπάθησα να εξηγήσω σε αλαφροϊσκιωτους, συντηρητικούς, κολλημένους ανθρώπους, που με αντιμετώπιζαν μονίμως λες κι έπρεπε ν' αποκωδικοποιήσουν κάποιο γρίφο σε escape room. Κι εσύ, με τον μαγικό σου τρόπο, με μισή κουβέντα, κάνεις τις ανασφάλειες και τους προβληματισμούς μου θρύψαλα.

Πόσο πιο απλά γίνονται τα πράγματα, όταν υπάρχει ενδιαφέρον!
Πόσο περιττές οι μεγαλόπνοες εξηγήσεις και οι υπεραναλύσεις...
Όταν έμαθες δυο πράγματα, δεν τρόμαξες απ' τα σκοτάδια μου. "Οι άντρες δεν μιλούν πολύ". Μόνο πράττουν. Και στάθηκες εκεί, σαν κύριος. Και στέκεσαι. Θες το καλύτερο για μένα, και θες να είσαι δίπλα μου. Και η σοβαρότητα στο βλέμμα σου δεν μου αφήνει περιθώρια ν' αμφισβητήσω καμιά σου λέξη. Λίγες και σωστές. Μετρημένες.


Και τι είναι τελικά ο έρωτας ρε γαμώτο;...

    Ένα ζευγάρι ασημένιες πεταλούδες που στολίζουν με καμάρι τ' αυτιά μου, όταν με τράβηξες πίσω στο μαγαζί που τις είδες γιατί ήθελες να μου κάνεις ένα δώρο, έτσι, χωρίς λόγο. Χωρίς να ξέρεις πως έχω αδυναμία στις πεταλούδες.
    Ένα ζευγάρι φιλιά στα γόνατά μου. "Πόδια μου υπέροχα! Δεν πιστεύω να τα ταλαιπώρησες σήμερα, μην μου τα κουράζεις, γιατί άντε!"...
(...Μακάρι να 'ξερες. Ή μάλλον, καλύτερα που δεν ξέρεις. Καλύτερα που, αν με δεις ποτέ να συγκινούμαι και να κλαίω σαν χαζή, δεν θα μπορείς να κάνεις σωστές αποκωδικοποιήσεις.)
    Ένα ζευγάρι πράσινα μάτια με καθάρια λάμψη, πιο φωτεινή από οποιασδήποτε θάλασσας έχω συναντήσει ποτέ στη ζωή μου. 
    Ένα ζευγάρι γεροδεμένα, δουλεμένα χέρια, που λατρεύω να χαϊδεύω κι ας φοβάμαι πως μπορεί να πονέσω σε κάποιο σημάδι.
    Είναι τα βλέμματα συμπάθειας των αγαπημένων μου ανθρώπων, όταν σε γνωρίζουν. Η μνήμη. Ο τόνος σου στο "γυναικάρα μου", που με λιώνει. Η ήρεμη δύναμη που εκπέμπεις. Το σώμα σου, που με τραβάει σαν μαγνήτης. Ο τρόπος που ξυπνάς. Που χορεύεις. Το χαμόγελό σου όταν κοιμάσαι. Το γέλιο σου, όμοιο με μωρού παιδιού.
    Θα μπορούσα να συμπληρώνω, για πολλές ώρες ακόμη. Όμως έρωτας είναι τελικά όλα εκείνα που δεν μπορείς να εξηγήσεις.
    Είναι εκείνα τα μπλε τριαντάφυλλα που στολίζουν το γραφείο που κάθομαι, όσο σου γράφω αυτές τις γραμμές. Μια ανθοδέσμη τυλιγμένη σε χαρτί με ζωγραφιστές πεταλούδες. :) Όλα, γαμώτο...
Ακόμη κι εκείνη η άσπρη τριχούλα στη χωρίστρα μου, που όσο κι αν ψάχνω, δεν μπορώ να διακρίνω πια.

Παλιμπαιδίζω. Αφήνομαι, επιτέλους, σ' έναν άξιο στυλοβάτη των ονείρων μου. Και πολύ τη γουστάρω τη Ζέτα που ξαναγεννιέται μέσα μου. Ακριβώς επειδή δεν σε είχα ανάγκη, σ' εκτιμώ κάθε μέρα και πιο πολύ. Το φως σου με κάνει να βρίσκω πάλι το δικό μου. Κάθε μέρα και πιο πολύ.


   Ώσπου να σωθούν οι μέρες και οι ελπίδες. Η βουτιά στο κενό που δεν περίμενα ποτέ να ξανατολμήσω. Κι είναι υπέροχη... Χωρίς πανοπλία. Χωρίς διόδια. Μαζί σου.

Κυριακή 7 Μαΐου 2017

Νυχτερινές ικεσίες

Είναι εκείνη η ωχρή γυαλάδα στον πάτο του ποτηριού σου.
Οι σκέψεις που σε ζαλίζουν περισσότερο απ' αυτό.
Πόσο πιο όμορφοι γινόμαστε στο νυχτερινό φως! Κρύβει ό,τι ανακαλύπτει.
Κόκκινες, κίτρινες αντανακλάσεις...
Είναι εκείνες οι γωνίες του προσώπου σου. Και τα μάτια που στο μισοσκόταδο λάμπουν ακόμη πιο πολύ.
Είναι εκείνη η ουλή στο χέρι μου, που δεν διακρίνεται πια. Και η - ντροπαλή ακόμη - ρυτίδα στο μέτωπο, όταν κάθε σου λέξη γίνεται αίτιο ενός προβληματισμού συγκινημένου.

Η υπεραπλούστευση και η διακωμώδηση είναι εύκολες άμυνες. Όχι για μας.

Είναι τα βράδια που εύχομαι να ταξιδεύαμε μισό αιώνα στο παρελθόν. Να 'μασταν, λέει, σ' ένα τζαζ μπαρ της Νέας Ορλεάνης. Να χορεύουμε άτονα, αλλά ρυθμικά, σαν ξεκούρδιστα εκκρεμή. Να πιάνω το μικρόφωνο και να καταλαβαίνεις πώς νιώθω απ' τη βραχνάδα της φωνής, χωρίς ν' ακούς τους στίχους του τραγουδιού.

Μετά θυμάμαι πως δεν έχω φωνή. Και πως ποτέ δεν έκανα στη ζωή μου κάτι που να θυμίζει ταινία.

Τα μεγαλεπήβολα σχέδια λυγίζουν μπροστά στο χρόνο. Κι εκείνος στερείται πλέον κάθε νοήματος. Είναι το δευτερόλεπτο. Η ανάσα. Εσύ κι εγώ. Η αθάνατη στιγμή μας.

Είναι όλες εκείνες οι στιγμές που εύχομαι να 'σουν κάθε ανάσα που τρεμοπαίζει στο στήθος μου, και σβήνει εκπνέοντας σ' ένα νωχελικό σύννεφο καπνού.
Κάθε σταγόνα στο ποτήρι. Κάθε μελωδία. Κάθε ξενύχτι μας.
Είναι εκείνοι οι άνθρωποι που λαμπαδιάζουν την παραίτησή τους μ' ένα σπίρτο. Και μόνο η φωτιά του τους κρατάει ζωντανούς.

Είναι όλ' αυτά και τίποτα.
Για να σε πνίγει, κάθε φορά και περισσότερο, εκείνος ο κόμπος του πρώτου φιλιού. Σαν ανθός που δένει, σφίγγει και δυναμώνει τις ρίζες του ως την καρδιά.

Πέμπτη 30 Μαρτίου 2017

Αποστάσεις

  https://www.youtube.com/watch?v=_cnPZSM85j8

   "Το ινδιάνικο όνομά σου θα ήταν τρύπια καπότα" με πείραζε κάποτε ο πατέρας μου, προσπαθώντας να διακωμωδήσει το ατύχημα της γέννησής μου. Αφού ανέσυρα απ' τη μνήμη μου διάφορα παρατσούκλια με ανάκατη χρονολογική σειρά (Ποκατσόντας, Ζου, Σακίρα, χοροπηδηχτούλα, λιπόμαζα, Γιωργάρας, πεταλούδα, Ντένις Ρόντμαν, λιμενεργάτης, Μπαμπώ κι άλλα τέτοια) που με βάφτιζαν ανά καιρούς, νομίζω πως το πιο ταιριαστό για την ώρα θα ήταν "η φωτογράφος που κλαίει στις συναυλίες" (-σαμαλάκας, για να γίνει και πιο εθνικ).

   Γιατί έτσι; Και γιατί να ξεφτιλίζεις κάτι το οποίο σε γεμίζει αναμνήσεις, σε συγκινεί;
Απλούστατα επειδή είναι πολύ βολικό να νομίζεις ότι ένας δυνατός χαρακτήρας δεν έχει στιγμές ελεύθερης πτώσης. Κι όταν παραδέχεται ότι πονάει, είναι σαν το παραμύθι με το βοσκό και το λύκο: κανένας δεν τον πιστεύει, ούτε ενδιαφέρεται ν' ασχοληθεί. Οπότε καλύτερα να τα διακωμωδούμε όλα απ' την αρχή, να γλιτώνουμε χρόνο. (Γιατί σ' ένα απ' τα σπάνια ξεσπάσματά μου πριν φύγω απ' την Κρήτη, η αντίδραση ήταν "μα που πήγε ο δυναμισμός σου;!" Και δεν διατίθεμαι να το ξανακούσω, ευχαριστώ.)
   Σχεδόν επτά μήνες. Και κάθε μέρα που περνάει, καλή, πιεστική ή άσχημη, είναι αφορμή αυτομουτζώματος γιατί δεν κίνησα τα πόδια μου απ' το νησί μια ώρα αρχύτερα. Γιατί μέσα σ' αυτούς τους ρυθμούς τους αγχώδεις, στην αποξένωση, τα νεύρα, τις ανέλπιδες ευχές να 'χε η μέρα 148 ώρες, τη μιζέρια δίπλα μου, κάνω πράγματα που αγαπάω χωρίς να λείπει ποτέ το φαγητό απ' το τραπέζι μου. Τόσο απλά. Γιατί διαβάζω ξανά βιβλία, ακούω μουσικές, βλέπω θέατρο. Γιατί νιώθω καλά, επιτέλους ο εαυτός μου. Ένα μπάσταρδο κυνηγόσκυλο, που απέτυχε παταγωδώς να χωρέσει σε κουστούμι πεκινουά βιτρίνας επί τρία συναπτά έτη.

   Να φοβάσαι εκείνους που δεν έχουν την ανάγκη σου πια, κυρίως ηθικά και συναισθηματικά. Κι αν αποξενώνονται, είναι επειδή διακρίνουν πλέον το σχήμα σου χωρίς παραμορφωτικούς φακούς της πραγματικότητας. Και διατηρούν τις αποστάσεις.

   Τι ωραίο πράγμα η απόσταση! Τι εξιδανικευτικό!
Μέχρι πρότινος στεναχωριόμουν πραγματικά για λίγες σπάνιες ψυχές που γνώρισα κάτω, επειδή η μοίρα τους γέννησε σε λάθος τόπο για ν' αναδειχθούν, να λάμψουν, να γίνουν ευτυχισμένοι. Μικρό μέρος για μεγάλα μυαλά. Όμως ενηλικιώθηκα, αναγνωρίζοντας πως ο καθένας είναι απόλυτα υπεύθυνος για την πορεία του. Κι εκεί, στη στροφή, στο σημείο καμπής... Άρχισαν να με απογοητεύουν. Ένας ένας. Η επιδειξιομανία τους. Η βλαχοκατινιά τους στο να κρίνουν τις πορείες των άλλων. Η κρυψίνοιά τους. Οι ψευτομαγκιές, και οι μαχαιριές κάτω απ' το χαλί. Η κοντόφθαλμη οπτική την οποία αρνούνται να παραδεχτούν, για να κρύψουν τις ανασφάλειές τους. Θύτες και θύματα, επηρεαζόμενοι. Αρρώστησε η ψυχή μου. Σιχάθηκε.

    (Δεν το παίζω υπεράνω, γιατί πολύ απλά δεν θα γίνω ποτέ. Ούτε έχω κανένα δικαίωμα να σε κατηγορήσω. Όμως προσπαθώ να φτυαρίζω τα σκατά της δικής μου ζωής, όσο εσύ χάνεις χρόνο γλυκοκοιτάζοντας τη δική μου. Αυτή είναι η διαφορά μας...)

   Δεν θέλω να με καθοδηγεί κανένας μονόφθαλμος που αναδεικνύεται ανάμεσα σε τυφλούς. Ευτυχώς, συναντώ καθημερινά ανθρώπους πεφωτισμένους. Με ξάστερη ματιά, αστείρευτη μόρφωση και το ένα ενδέκατο του τουπέ που έβλεπα σε μερικά μουσούδια στο νησί. Σωστά πρότυπα, κι εναύσματα γι' αυτοκριτική.

Μπορώ να στα πω όλ' αυτά εξευγενισμένα, μ' ένα τόνο καθωσπρεπισμού, χρησιμοποιώντας εμπνευμένα τσιτάτα για να σ' εντυπωσιάσω. Μόνο που υπάρχει ένα προβληματάκι:
ΔΕΝ ΤΑ ΕΧΩ ΓΡΑΨΕΙ.
Μπορείς να κρίνεις τις ζωές των υπολοίπων για να δικαιολογήσεις τα λάθη της δικής σου. Μόνο που υπάρχει ένα προβληματάκι:
ΔΕΝ ΤΙΣ ΕΧΕΙΣ ΖΗΣΕΙ.

   Θέλω να γυρίζω σ΄ένα σπίτι με χαρακτήρα. Παλάτι ή υπόγεια τρύπα, δεν με νοιάζει. Αρκεί να δίνουμε πνοή εκεί μέσα. Να με περιμένεις με μουσική, ένα ποτήρι ουίσκι κι ένα μισό χαμόγελο. Να πίνουμε αμίλητοι σε μια φλύαρη αγκαλιά. Να ενδιαφέρεσαι όντως να δεις φωτογραφίες μου απ' τη βραδιά, μόνο και μόνο για να χαρείς μαζί μου σε πέντε και να με σκυλοβρίσεις σε διακόσιες πέντε. Να είσαι αμείλικτος κριτής στα γραπτά μου, και να με κουτουλάς όταν δεν μπορώ να σταυρώσω λέξη. Να καταλαβαίνεις πόσο ανάγκη έχω το να δουλεύω τέτοιες ώρες, να σπαταλάς μια ώρα ύπνου για χάρη μου, ώστε να μας βρίσκουν τα πιο όμορφα ξημερώματα. Τότε θα σ' αγαπάω πιο πολύ.

   Κι αν μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο μόνο για μια μέρα, τι να το κάνω;
   Κι αν δεν συμβαίνει καθόλου, γιατί να το ζήσω;...
   Ένα καλό κρεβάτι, όσο κι αν προσπαθήσει, δεν πρόκειται ποτέ ν' αντικαταστήσει έναν άνετο καναπέ με την αγκαλιά που προανέφερα. Οπότε γιατί ν' αναλώνομαι;

"Τι θα γίνει, θα πεις τίποτα ουσιαστικό ή θα συνεχίσεις να μιλάς χωρίς λόγο, για ν' ακούω τη φωνή σου;"

(Κάτι τέτοιες ώρες. Μ' εκείνους που ξέρουν πώς να σε βάλουν στη θέση σου, επειδή είναι ισάξιοι ή ανώτεροι πνευματικά. Αυτούς αγαπάω πιο πολύ. Τις ψευτομαγκιές και τις επιθέσεις με νεροπίστολα, τις δέχομαι με την στωικότητα του ανθρώπου που βρίσκεται ήδη σ' άλλο δρόμο.)

Θα προσπαθήσω λοιπόν.

Πόσες φορές χρησιμοποίησα παραπάνω, γραπτά ή έμμεσα, το ρήμα "θέλω;" Θέλω, ελπίζω, εύχομαι... Σκατά στα μούτρα μου. ΘΕΛΕ. Ποσώς σε απασχολεί, και καλά κάνεις. Παιδιάστικες επικλήσεις εγωιστικού πεντάχρονου. Εμένα μ' ενδιαφέρει κυρίως τί θέλεις ΕΣΥ.

Θέλεις μια γυναίκα ήρεμη, με σταθερό χαρακτήρα ώστε να γνωρίζεις που πατάς και με ποια ξυπνάς; Διαχειρίσιμη, με ελεγχόμενο παρορμητισμό; Χαριτωμένα ζηλιάρα, με γατίσια ανασφάλεια; Με ισορροπημένα νεύρα, ήπιους ρυθμούς καθημερινότητας και μπόλικο ελεύθερο χρόνο για τη φατσούλα σου; Που να σε εμπνέει να γίνεσαι δάσκαλος, μπαμπάς και προστάτης δίπλα της;
Αν αυτά ζητάς, πολύ καλά κάνεις. Είσαι λογικός άνθρωπος.
Αν καταλάθος χτυπήσεις την πόρτα μου, συγχαρητήρια. Το θυροτηλέφωνο έχει άμεση σύνδεση με την αποτυχία μας, για να μην χάνουμε χρόνο.

   Η μόνη πραγματική χρησιμότητα του θέλω, είναι μ' ένα "σε" μπροστά. Και το "σε θέλω, αλλά δεν σ' έχω ανάγκη" μπορεί να γίνει τρομακτικό κι υπέροχο ταυτόχρονα. Δυστυχώς για σένα, είναι η πραγματικότητα. Προχωράω χωρίς να σε περιμένω, πέφτω, στηρίζομαι στα πόδια μου, ονειρεύομαι, δουλεύω σαν το σκυλί για τα κάθε είδους ταξίδια μου. Στα 'χω πει καιρό τώρα και δεν μ' άκουγες: "Είτε είσαι μαζί μου είτε όχι, σε λυπάμαι προκαταβολικά".

Βαρέθηκα τις αναμονές. Θέλω το "εδώ" και το "τώρα". Θέλω εσένα, χωρίς να σε χρειάζομαι. Και θέλω ν' ΑΠΑΙΤΕΙΣ. Από σένα, από μένα, απ' τους πάντες και τα πάντα.
Μίσησα τις αποστάσεις. Μα κυρίως μίσησα τη λιποψυχιά όσων δεν μπορούν να τις υπερβούν.

Ίσως είναι το μόνο κείμενο που δεν πρόκειται να ξαναδιαβάσω για να "διορθώσω". Ογδόντα προχειρογραμμένες γραμμές για να περιγράψω μια φυγή. Ας είναι. Πρόκειται για την τελευταία, άλλωστε.

Έφυγα. Διπλοκλείδωσε, και μην με περιμένεις.

(Tο τραγούδι που έβαλα στην αρχή, είναι για μένα ένα ολοκληρωμένο θεατρικό μονόπρακτο σε δώδεκα λεπτά. Δεν θα μπω ποτέ στον κόπο να σου εξηγήσω, γιατί δεν θα καταλάβεις. Είναι η ζωή μου ολόκληρη... Κι ανήκει σ' εκείνον τον μαλάκα που συγκινήθηκε, όταν του είπα πως φαντάζομαι να το χορεύω με τον άνθρωπο που αγαπάω. Που μου μετέδωσε τις δικές του εικόνες ακούγοντάς το, και συγκινήθηκα εξίσου. Η ζωή μου ανήκει σ΄ ένα τυπάκι, που δεν θα μπορούσες ποτέ να είσαι εσύ. Κρίμα.)

Πέμπτη 9 Μαρτίου 2017

Θέλω

Μερικές φορές, το να ζεις σ' αυτή την πόλη είναι σαν να τραγουδάς με όλη σου τη δύναμη σ' ένα πλοίο στη μέση του πελάγους. Όσο κι αν προσπαθήσεις, δεν θ' ακουστείς ποτέ.
Πνίγομαι. Θέλω αέρα. Θέλω ήλιο. Θέλω ένα ταξίδι.
Με μαγεύουν τα φώτα της νύχτας. Θέλω να φωτογραφήσω εκφραστικά, σημαδεμένα πρόσωπα. Απόμερες γωνίες. Ψυχές ταλαιπωρημένες. Κινήσεις. Λάμψεις. Να τρομάξω και να με τρομάξουν.
Κι ας μην έχεις ποτέ την έγνοια μου, ας μην ανησυχείς που αργώ να γυρίσω σπίτι.

Μπορείς να καταλάβεις πώς σε αντιμετωπίζει ένας άνθρωπος, απ' τον τρόπο που σε φωτογραφίζει. Το πάθος. Το θαυμασμό. Την απέχθεια. Την αδιαφορία. Όλα, μάτια μου...
Θέλω να με φωτογραφίσεις με τα δικά μου μάτια. Θέλω να σε απαθανατίσω ακόμη πιο όμορφο απ' ότι σ' έχουν καταγράψει τα καρέ του μυαλού μου. Το ωραιότερο πορτρέτο της ζωής μου είναι εκείνο που θα μπορέσει να περιγράψει την ιστορία μας. Και φυσικά, δεν υπάρχει ακόμη.

Αγαπάω τα χαμογελαστά παιδικά πρόσωπα. Τις νύχτες στο δρόμο. Τις κοφτές αναπνοές. Τα λουλούδια. Τα εφήμερα. Τους αθεράπευτα, βλακωδώς ρομαντικούς ανθρώπους.
Τέτοια είμαι και χειρότερη. Κι ας μην καταλάβεις ποτέ πως ένα λουλούδι είναι το ωραιότερο δώρο που μπορείς να μου προσφέρεις. Προσπάθησε να εντυπωσιάσεις με προπετάσματα καπνού όσους φοράνε νούμερο και σχέδιο στην αγάπη τους. Όσους υπολογίζουν τα δούναι με το σταγονόμετρο και τα λαβείν με τη μεζούρα. Δεν μπορεί, έτσι θα γίνεις ευτυχισμένος. Αρκεί στην πορεία να μην χαθείς στον εαυτό σου.

Αντιπαθής; Επικίνδυνη; Λίγο με νοιάζει. Φτάνει να διακρίνω ένα ξάστερο κομματάκι ουρανού σε βλέμματα που δεν σκέφτονται όπως εσύ.





Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2017

Επικήδειος

Γιατί έτσι; Γιατί εδώ;...
Ανέκαθεν ζήλευα τους ανθρώπους που μπορούν να εκφράσουν αυτό που αισθάνονται λακωνικά, με λιτές, περιεκτικές κουβέντες. Εγώ νιώθω κάθε φορά πως κάνω περιφραστικούς κύκλους γύρω από ένα μαχαίρι που σμιλεύεται απ' το μέσα μου.

Γράψε ένα γράμμα!
Δεν θα καταλάβεις τα γράμματά μου. Αλλά κυρίως τις λέξεις που σχηματίζουν.

Έκανα μια καινούρια αρχή, παλεύοντας σε πολλά μέτωπα συγχρόνως. Δημιουργώ ενδιαφέροντα, ασχολίες, σχέσεις, συνδέσμους, πληγώνω, προχωράω, απογοητεύω, περνάω όμορφα... Μπορείς να μου αναγνωρίσεις τουλάχιστον ότι προσπαθώ, σε παρακαλώ.

Αλλάααα... Εκεί! Δεν μπορώ να βάλω προπύργιο τη λογική μου. Ακόμη.
Άτιμο πράγμα το τάιμινγκ. Όποιος επινόησε αυτή την εκδικητική λεξούλα πρέπει να τακτοποίησε πολλά βερεσέδια με τη μοίρα του. Αλλά ακόμη αναρωτιέμαι πότε θα ξεχρεώσω τα λάθη μου, για να τα πληρώνω έτσι.
Κάναμε πολλούς κύκλους, γύρω απ' τον εαυτό μας κυρίως. Κι εκεί που νόμιζα πως είμαι απλώς μια ανεκτή φιλική παρουσία στο περιβάλλον σου, δυο κινήσεις σου αρκούσαν για να με κάνουν λιώμα. Θρύψαλα.

Αγαπώ όλες εκείνες τις φορές που μ' έχεις κάνει να κλάψω. Από συγκίνηση, από χαρά, από απελπισία, αλλά ποτέ από δικό σου φταίξιμο. Ποτέ επειδή με απογοήτευσες.

Αγαπώ τις κλειστές, κλειδωμένες κινήσεις σου όταν πάω να σ' αγκαλιάσω, λες και φοβάσαι πως έρχεται ένας χείμαρρος καταπάνω σου. Κάτι καταλαβαίνεις, χωρίς να 'χεις δει τίποτα απολύτως.

Αγαπώ τις διαφορετικές αποχρώσεις που διακρίνω κάθε φορά στα μάτια σου. Την λάμψη τους, όταν μιλάς για πράγματα που σε γεμίζουν. Την κάθε μικρή ατέλεια στα χαρακτηριστικά σου.

Αγαπώ την περίεργα ρυθμική τονικότητα της φωνής σου. Τα σκαλοπάτια στις οκτάβες της, όταν είσαι εκνευρισμένος, χαρούμενος ή λυπημένος.

Αγαπώ τον τρόπο που με μαλώνεις. Τα πρωινά που έχω ξυπνήσει με τη γκρίνια σου κι αντί να θέλω να σε χαστουκίσω, σκέφτομαι ένα σωπαστικό φιλί.

Αγαπώ το περπάτημά σου. Λίγο κομπιαστικό, λίγο αδέξιο, λίγο κουρασμένο. Τη στιγμή που σε είδα ν' απομακρύνεσαι, ένα κύμα τρυφερότητας έσπασε μέσα μου την τελευταία κλωστή της λογικής και της αυτοσυγκράτησης που μπορεί να είχε απομείνει.

Αλλά κυρίως αγαπάω εσένα. ΕΣΕΝΑ, πανάθεμά σε.

Που μου έδειξες με κάθε τρόπο πως είσαι πιο δυνατός.
Που παρέδωσα τα σκήπτρα του εαυτού μου, και γονάτισα σ' ένα συναίσθημα που γέμισε την ψυχή μου με μικρούς ήλιους.

"Θέλω να φύγεις να σωθείς, να πάψεις να γκρινιάζεις..."
Σώθηκα, κι είμαι αυτόφωτη πια. Αλλά κάθε φορά που ακούω μια καλή σου κουβέντα, κάθε φορά που σε βλέπω να εγκλωβίζεσαι, λιώνω και θέλω να τυλίξω με τη θέρμη μου κάποια δικά σου μονοπάτια. Να γίνω λίγο απ' το φως σου.

Δεν ξέρω αν μπορείς. Δεν ξέρω αν αντέχεις.
Αλλά σε θέλω εδώ, χαρά μου. ΕΔΩ. Και πονάω.

Ένα σπιτάκι που θα εμπνέει ακόμα περισσότερη ζεστασιά από εκείνη που ένιωσα στο δικό σου. Με βαριά βιβλία των σχολών μας στα ράφια της βιβλιοθήκης και διασκορπισμένα στο χώρο τα "κοινά" μας. Μ' ένα μικρό δωμάτιο - στούντιο, που θα βάφω κάθε φορά αναλόγως τα κέφια μας. Κι όταν με πειράζεις για τις μπογιές στα χέρια μου, θα σε απειλώ πως θα βάψω το γραφείο σου ροζ όταν κοιμάσαι. Με δήθεν δολοφονικά βλέμματα μέσα απ' την μπαλκονόπορτα (σιγά μην μ' αφήνεις να καπνίζω), ενώ απλώς θα σε παρατηρώ μέχρι ν' αποκοιμηθείς.
Χωρίς να εξατμίζεται το άρωμά μου από εκεί, γαμώτο...

Κοκτέιλ στα στενάκια πίσω απ' την Ηρώδου Αττικού. Μια βραδινή βόλτα με τ' αμάξι ως τη Βουλιαγμένη. Στάση για βρώμικο στη Μιχαλακοπούλου μετά το θέατρο, όπου θα παραπονιέσαι γιατί τρώω άτσαλα και σε παρασύρω.
(Ποιός ο λόγος να φωτογραφίζω ή να σχολιάζω παραστάσεις για ένα περιοδικό, για ξένα μάτια, όταν το μόνο που θέλω είναι να τις παρακολουθώ μαζί σου;)

Μια δική μας Κυριακή με τις μηχανές στον ήλιο, όπως άλλες τόσες, αλλά σε διαφορετικά τοπία. Και χλωμά, μουντά πρωινά, όπου θα παρατηρώ τα μάγουλά σου να ροδίζουν σ' ένα κουρασμένο πρόσωπο. Να γίνεται η καθημερινότητά μου Κυριακές, με μια κούπα καφέ κι ένα αχνιστό πρωινό μπροστά σου.

"Πως νιώθουμε παράφορα... Πως ζούμε έτσι αδιάφορα..."
Ξέρεις πολύ καλά πόσο σκληρός άνθρωπος μπορώ να γίνω. Μόνο που δεν μ' έχεις δει ποτέ να παλεύω.
Ξέρω πως βαυκαλίζομαι με υποθετικά, ανέφικτα σενάρια. Πως ο ρομαντισμός μου είναι μια μικρή ρωγμή στο τείχος.
Εύχομαι να βρεις μια γυναίκα που να της ταιριάζει καλύτερα το άρωμά μου. Να το θυμάσαι, για να της το κάνεις δώρο και να την βολτάρεις ευτυχισμένος. Περήφανος για 'κείνη.
Εύχομαι να βρω έναν άνθρωπο που ίσως μοιάζουμε περισσότερο. Κυρίως σε όσα θέλουμε, και στην μαχητικότητα για να τα πετύχουμε.  Και δεν έχω αυταπάτες ότι δεν θα βρεθεί. Άντρας, άντρες... Έχει σημασία;

Ως τότε...

Δεν υπάρχει τίποτα πιο έντονο, πιο βασανιστικό, πιο υπέροχο απ' τη δύναμη του "τώρα". Απ' ό,τι μας κάνει να ονειρευόμαστε στο παρόν και να φτιάχνουμε αναμνήσεις για το μέλλον.

https://youtu.be/le3iizj-cqw
















Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2017

Συντομογραφίες

Είναι πολύ αργά. Και είμαι κουρασμένη.
Νύσταξα να περιμένω τα πλοία των ονείρων μου σε δυσπρόσιτα λιμάνια. Κι όσο περνούσαν οι στιγμές, οι μήνες, τα χρόνια, τα καλάθια των προσδοκιών που ήθελα να φιλέψω βάραιναν και τυλίγονταν γύρω απ' τα χέρια μου σαν αλυσίδες.

Είναι πολύ αργά. Για ν' αλλάξω τρόπο σκέψης, έκφρασης, να γίνω η μελωδία που αντηχεί πιο ρυθμικά στις απαιτήσεις σου. Δεν με νοιάζει πια αν θα με καταλάβεις, αν θα νιώσεις τα λεγόμενά μου. Βαρέθηκα να παίζω μουσική σε ξεκούρδιστη μπάντα. Κλειδί και μετρονόμος η ισορροπία της "τρέλας" μου, όχι αν θα γίνω σεβαστό όργανο στα χέρια σου.

Είναι πολύ αργά. Για να πάψω να στολίζω την ψυχή μου με γιορντάνια, και να την ξεπουλάω μισοτιμής σε επιτήδειους πλανόδιους της ελπίδας. Ρούχα που γίνονται ένα με το δέρμα. Κι όταν ζαρώνω μισόγυμνη σαν την κάμπια στη γωνιά μου, όταν πιπιλίζω λάθη, τα φτερά που φυτρώνουν στην πλάτη μου γίνονται όλο και πιο σκληρά. Καμία αχτίδα φωτός δεν μπορεί να κρύψει τα χρωματιστά αγκάθια τους.

Είναι πολύ αργά. Δεν χάραξε ακόμη, κι εσύ μου είπες πως γουστάρω να παραμυθιάζομαι.
Τα παραμύθια έχουν στάχτες απ' το τέλος που δίνω εγώ, αγάπη μου. Δική μου η φωτιά, δικά μου και τα σημάδια. Κι ας σεβάστηκα εκείνους που με χαστούκιζαν. Κι ας αδίκησα κάμποσους που τόλμησαν να με χαιδέψουν. Άνισες μάχες. Δεν ζήτησα το πόθεν έσχες απ το χαρμάνι που τράβηξα ηδονικά ως την τελευταία τζούρα. Κι ας έφτασε ως το λαιμό η καύτρα του κάθε τσιγάρου μου. Ακρογωνιαίοι λίθοι, κάτι χαμόγελα που σκόρπιζαν πολύτιμα πετράδια. Μια μηχανή κι ένα στυλό στα χέρια για όπλα. Και δεν έμαθα να χρησιμοποιώ καλά κανένα απ' τα δύο.

Φτάνει που μπορώ, στα έγκατα των σπηλαίων, ν' ανασύρω ακόμη μια μυρωδιά γιασεμιού.
Φτάνει που ένας συννεφιασμένος, ροζ, μολυσμένος ουρανός μοιάζει ακόμη ρομαντικός.
Φτάνει που ακόμη γελάω εύκολα με την καρδιά μου.

Ποιός σου είπε πως τρέμω για την αποδοχή σου;
Ποιος σου είπε πως ικετεύω να μ' αγαπήσεις;...
Δεν υπάρχουν πια πέπλα συμβιβασμού. Ούτε αμυχές φόβου στη φωνή.
Δεν υποκύπτω σε τίποτα λιγότερο απ' αυτό που μου ανήκει δικαιωματικά.

Μυαλό σκάρτο, σώμα ταλαιπωρημένο, μια καρδιά που φωνάζει "φυγή"... Αυτό θα έχεις. Πάρτο και καν' το ό,τι θέλεις. Αγκάλιασέ το. Διέλυσέ το. Ίσως είσαι αιθεροβάμων. Ίσως πιστεύεις πως οι πεταλούδες έχουν δύναμη να γκρεμίσουν ολόκληρες γέφυρες.

Βαυκαλισμός; Ροζ συννεφάκι;
Εκεί θέλω να ζω. Κι αν σε πειράζει, μαντεύεις πού ακριβώς σε γράφω. Μπορώ να δω το ειρωνικό σου μειδίαμα. Αλλά ξέρεις πως, όταν χρειάζεται, διαθέτω κι απ' αυτά.

Είναι αργά. Και είμαι κουρασμένη...
Είναι αργά. Και είμαι ευτυχισμένη.


Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2017

Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια, παρά μόνο στους εφιάλτες μας

   Κορίτσι μου υπέροχο. Γυναίκα μου αγαπημένη.
Έχουμε μιλήσει συχνά για δήθεν ανωτερότητες, για τυφλούς ανταγωνισμούς, για μάχες, για πάθη, για δράματα, κι έχουμε στήσει πρόχειρα καταφύγια κατινιάς και γενίκευσης στις σχέσεις μας με το αντίθετο φύλο. Έχουμε μετανιώσει οικτρά για μεθυσμένα μηνύματα, για ψεύτικες υποσχέσεις, για πράξεις που δεν μας τιμούν.
   Μήπως ήρθε η ώρα για λίγη αυτοκριτική; Τι λες;

   "Μα που χάθηκαν οι άντρες πια;" λέει με ανήσυχο βλέμμα πετροπέρδικας η Σούλα απ' τους κάτω Ζουρμιέδες και στρώνει φιλήδονα την μπούκλα της περμανάντ. Ασχέτως αν την εικόνα που έχει στο μυαλό της για τους "πραγματικούς" άντρες, κάτι άβουλα γοριλοειδή δίποδα που ρίχνουν το μπινελικάκι και το χαστουκάκι όταν "το ζητά η περίσταση", δεν θα την άντεχε ούτε για τρία μερόνυχτα.

   Οι άντρες δεν πήγαν πουθενά κοπελάρες μου. Τους ευνουχίζουμε με την υποκριτική μας τελειότητα, τους πληρωμένους εγωισμούς μας. Τους ρίχνουμε στην αρένα της αυταπόδειξης, με νιαουρίσματα κι επικλήσεις για να μας προστατέψουν. Μπλέξαμε την ισότητα με την ομοιότητα και τη σωματική δύναμη μ' ένα πανούργο μυαλό. Κι όταν προσπαθούν ν' αναπνεύσουν, να βγουν απ' το δίχτυ της δήθεν ανωτερότητας που τους επιβάλλει η ανασφάλειά μας, το παίζουμε πληγωμένες πεταλουδίτσες και κλαψουρίζουμε για μοίρες, μούρες και γουρούνια.
Σαν δεν ντρεπόμαστε λιγάκι, λέω εγώ.

Ζούμε σε μια εποχή όπου κατακρεουργεί κάθε συναισθηματικό δεσμό. Που καθιστά τον έρωτα αναλώσιμο προιόν με ημερομηνία λήξεως κι έχουμε την απαίτηση να βλέπουμε κάθε υλικό του γραμμένο στο καρτελάκι του σελοφάν. Τα ξέρεις και τα ξέρω όλ' αυτά.

Κι όμως, άντρες υπάρχουν. Και η ηλικία της ψυχής τους δεν καθορίζεται απ' την βιολογική τους. Μην πιπιλίζετε δικαιολογίες από φόβο μην σας χαλάσει το παραμυθάκι. Κι είναι πλάσματα σπάνια. Και το θάρρος, η "ανδρεία" τους, δεν καθορίζεται (προφανώς) απ' τις σεξουαλικές τους προτιμήσεις. Αν είσαι τυχερή, θα τους συναντήσεις στην πορεία σου ως έρωτες. Αν η τύχη σου χαμογελάσει λιγάκι παραπάνω, ως φίλους.

Σιγά μωρή, πώς μιλάς με τόση βεβαιότητα; Εσύ δεν έπαθες;...

 Έχω μισήσει "άντρα" τον οποίο λάτρευα, επειδή μετά από χρόνια μου έδειξε τον πραγματικό του εαυτό.
 Έχω λυπηθεί "άντρα" στον οποίο θα έπρεπε να επιτεθώ, επειδή κατάλαβα πως ήμουν ένα ασήμαντο κόκκινο πανί στον κύκλο της παράνοιάς του.
  Έχω απορρίψει "άντρα" που θεωρούσα αδερφικό φίλο, επειδή δεν μπόρεσε ποτέ να ορθώσει το δίμετρο ανάστημά του για να ψιθυρίσει πέντε αλήθειες στο αυτί μου.

Κι έμαθα να εκτιμώ. Εκείνους τους άντρες τους πραγματικούς, που δεν φοβήθηκαν να πιουν το ποτήρι μονοκοπανιά και να μεθύσουν στ' όνομα του κάθε συναισθήματος που ένιωσαν, μόνο για να χαρίσουν ένα λαμπερό βλέμμα. Που δεν κουκούλωσαν πρόχειρα τ' απομεινάρια ενός δύσκολου έρωτα με ό,τι ψεύτικες παρηγοριές βρήκαν μπροστά τους, μόνο για να κερδίσουν μια ζεστή νύχτα χωρίς εφιάλτες. Που έμαθαν να συγχωρούν, χωρίς ν' αυτοπροβάλλονται.

Πόσο τ' αγαπώ αυτά τα πλάσματα! Με μαγνητίζει η παρουσία τους. Με μελώνει το βλέμμα τους.

   Για ένα βράδυ του Γενάρη, που ο μετέπειτα καλύτερός μου φίλος ήρθε να συμπαρασταθεί στην άρρωστη, με τύλιξε με δυο ζεστές μπλούζες και μου μίλησε πρώτη φορά για την μεγάλη του αγάπη, κι όσα άκουγα μου ανέβαζαν την πίεση και τον πυρετό μαζί.
   Για όλες εκείνες τις στιγμές που νιώθω πως κάποιος με σκεπάζει στον ύπνο μου.
   Για εκείνες τις φορές που η φυσική ευγένεια και το ήθος κάποιου έφεραν τον έρωτά μου ακάλεστο στη γιορτή.
   Γι' αυτά τα βράδια που έγιναν ξημερώματα, με κουβέντες που με μαγεύει η αλήθεια τους. Όταν κάθε λέξη καίει το λαιμό μου σαν δυνατό ουίσκι και με μεθά.

Για όλους εκείνους τους Άντρες που αντικρίσαμε κάποτε σαν εκστατικά τοπία. Και τους σεβαστήκαμε, με το δέος που σου προκαλεί ένα επιβλητικό ηλιοβασίλεμα.
Στην υγειά τους λοιπόν. Κι αφήστε τις χαζοανωτερότητες του συρμού. Να τους αγαπάτε τους άντρες σας. Να τους φροντίζετε, να τους κανακεύετε και να περιφρουρείτε την ελευθερία τους. Να τους προσέχετε.
Κι όσο υπάρχουν τέτοια ξημερώματα, δεν έχουμε λόγο να φοβόμαστε τίποτα. :)

Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2016

Σεμινάρια αυτοκριτικής, αγαπητό ημερολόγιο

    Τις τελευταίες μέρες έχω χάσει εντελώς την αίσθηση του χρόνου, δεν ξεκουράζομαι όσες ώρες κι αν κοιμηθώ. Βάφομαι μόνο τις μέρες που θα βγω μια βόλτα, τις μέρες που θα σε δω. Οι κινήσεις μου είναι σχεδόν μηχανικές, απεχθάνομαι τη σπατάλη χρόνου σε ανούσια πράγματα.
     Άλλαξαν διάφορα το τελευταίο τρίμηνο, θα μου πεις. Είναι ευθύνη κι ελευθερία να μη μπορεί κανένας να σου δείξει την πόρτα της εξόδου στη δουλειά σου. Eπανήλθα σε παλαιότερους ρυθμούς. Ξεκίνησα στη σχολή που έπρεπε. Αγόρασα πέντε πραγματάκια που μου έλειπαν. Πάχυνα. "Καλοζωίστηκα". 
    Είχα ξεχάσει πόσο διαφορετική αίσθηση έχει στο δέρμα σου ένα καλοσιδερωμένο σεντόνι. Το ακουστικό κολλημένο στο αυτί, μεταδίδει τα μαγικά κύματα της φωνής σου. Και η δική μου σβήνει απ' την κούραση, δεν έχω καν τη διάθεση να ξεντυθώ. Τραβάω το πάπλωμα πάνω απ' το κεφάλι. Φαρδύ μαλακό πουλόβερ, μάλλινες γκέτες και καλσόν με αστεράκια. 
Η "υπέροχη γυναίκα" σου. Ένα ερείπιο με γκλίτερ.
Που αποφάσισε στα γεράματα να τη δει το-πρωί-γόβα-σακάκι-και-το-βράδυ-καβαλάω-στύλους-και-μαύρη-kawasaki. Καλά περνάω. Μ' αρέσει. ;)
   '"Eχεις δύναμη στα χέρια και σε βοηθάει πάρα πολύ" λέει η Λίλα στο pole και τρέφω ελπίδες πως μια μέρα θα χορεύω αξιοπρεπώς το "Angel" των Massive Attack χωρίς ανάποδα κουτουλίδια στο πάτωμα και καταμέτρηση μελανιάς, γέλιου και κατσαρίδας στις γωνίες. To μόνο προβληματάκι είναι πως μερικές φορές θυμάμαι ΠΩΣ απέκτησα δύναμη στα χέρια. Και δεν τα αναγνωρίζω ούτε η ίδια.

   Τα θυμάμαι με μελανιές από πάγο, κοψίματα και καμένα από τα καθαριστικά. Με εύθραυστα, κοντοκομμένα νύχια και τόσο ταλαιπωρημένα που είχα χάσει την αίσθηση της αφής στ' ακροδάχτυλα. Αυτά που εσύ λες "αρχοντικά".
   Θυμάμαι ένα ζευγάρι πόδια που μετά βίας θ' αποκαλούσες γυναικεία. Με φτέρνες - γυαλόχαρτο και πληγές απ' τα παπούτσια στο περπάτημα.
   Ακόμη και τώρα, κάποιες στιγμές είναι πιο επώδυνα καρέ στο μυαλό μου από άλλα, σοβαρότερα γεγονότα του παρελθόντος. Οι σκιές που βλέπεις στα μάτια μου όταν αφαιρούμαι. Δεν ξέρω γιατί. Δεν ξέρω πώς γίνεται.

   'Ημουν εγώ;
   Που συμβιβαζόμουν σε μια αρρωστημένη κατάσταση, σ' ένα τοπίο που δεν μου ταίριαζε ούτε στο ελάχιστο, κι έκλαιγα πίσω από κλειδωμένα μπανάκια αντί να ρίξω δυο φάσκελα και να εξαφανιστώ;
   Που δούλευα αμέτρητες ώρες σε μια ξένη δουλειά, αντί να παλεύω τη δική μου, μόνο από πείσμα πως κάποτε μπορεί να εκτιμηθεί ο κόπος μου;
   Που αντί να παλέψω να τα βρω με τη Ζέτα, κυνήγησα την ευτυχία μου σε "σωτήρες" του συρμού;
  Δεν μπορεί. Ήμουν η ίδια γυναίκα;... Τόσο μαλακισμένη πια;!

Ποτέ δεν στάθηκα στην ουρά για να διεκδικήσω φωτοστέφανο. Ούτε κατηγορώ κανέναν για την κατάντια μου, μόνο εμένα μουτζώνω πότε πότε.
   Όλοι μας σκαρφαλώσαμε κάποια στιγμή σε μια αφράτη πλατούλα για να ατενίζουμε λίγο καλύτερα τη θέα του κόσμου. Είτε από πόνο, είτε από συνήθεια, είτε από απελπισία. Θύματα και θύτες, σε πλήρη εναλλαγή.
Έχω σταματήσει να παιδεύω χρόνια το μυαλουδάκι μου για τις παράπλευρες απώλειες. "Ανεξήγητες" εξαφανίσεις ανθρώπων από δίπλα σου. Απλοί συνεπιβάτες είμαστε. Προσωρινοί. Κι αν κάπως παρέκκλιναν οι δρόμοι μας στην πορεία, μάλλον γιατί ήταν διαφορετικοί εξαρχής, κρατάμε μια καλή ανάμνηση κι ένα ευχαριστώ.

   Ξέρεις ποιό είναι το πρόβλημα;
Τα συναισθήματά μου μερικές φορές ήταν σαν τα καλά μου ρούχα. Τα φορούσα συνεχώς, ακόμη κι όταν δεν χρειαζόταν, δεν τα έβγαζα από πάνω μου ούτε στο κρεβάτι για να μην κρυώνω. Κοιμόμουν με ιδέες-φυλαχτά, και ξυπνούσα με ψεύτικες ελπίδες σε τσαλακωμένα σεντόνια. Και τα ρούχα μου πάλιωναν, φθείρονταν πριν την ώρα τους. Είναι πολύ πιο δύσκολο να πετάξεις ένα κουρέλι, όταν έχει γίνει ένα με το δέρμα σου...

   Ωχ μωρέ... Τι πιάνεις και ανασκαλίζεις; Ό,τι έγινε έγινε, πάθαμε και μάθαμε, κι άλλα σαρανταοκτώ εκατομμύρια κλισέ που μπορώ να σου αραδιάσω για να ταιριάζουν στην περίπτωση.
   Τα τελευταία χρόνια ήταν ένα λάθος. Ένα λάθος που, όσο διορθώνω, ακόμη και μικρές κινησούλες αρκούν για να συνειδητοποιήσω πόσο μεγάλο ήταν. Έχω κατεβάσει όμως το ποτήρι μονοκοπανιά. Στην υγεια μας. Και γελάω πια.
   Τότε γιατί τα λες;
Αυτή τη στιγμή μιλάω τόσο σε σένα όσο και στον εαυτό μου. Η γραπτή εικόνα με βοηθά πολύ να βάλω τα πράγματα σε μια τάξη. Αλλά κυρίως θέλω να έχεις μια ξεκάθαρη εικόνα. Να σε προφυλάξω από πιθανές "ανεξήγητες" σπασμωδικές αντιδράσεις. Ξέρω ότι μπορείς να καταλάβεις σε πλήρη διάσταση το τί ακριβώς έχεις απέναντί σου. Κι αυτό θα βλέπεις. Χωρίς ανασφάλειες κι υπεκφυγές. Εκνευρίζομαι και μόνο στη σκέψη πως κάποτε κρατούσα κομμάτια μου κλειδωμένα, από φόβο ή ντροπή, σε παντελώς ανάξιους κριτές.

    Ούτως ή άλλως, ποτέ δεν έδειξες πως δεν αντέχεις τις σκοτεινές ζώνες μου.
Ίσως γι' αυτό νιώθω πως μαζί σου η ψυχή μου φοράει μόνο τα Κυριακάτικα, τα γιορτινά της ρούχα και σεργιανίζει σε τοπία που σε εμπνέουν κι άφθαρτα όνειρα.

    Είναι δύσκολο να συνυπάρχεις μ' έναν καλομαθημένο άνθρωπο. Ειδικά όταν, για έναν διάστημα, το είχε ξεχάσει κι ο ίδιος ότι είναι καλομαθημένος. Κερδίζει την προσαρμοστικότητα, δε λέω. Αλλά χάνει βασικές αξίες.
    Κι αν λάμπω στα μάτια σου, είναι επειδή μου θύμισες πως δεν πρόκειται να ξαναφορέσω διαλυμένα κουρέλια. Μου θύμισες ένα βελούδινο μπερέ με τριαντάφυλλα, που από πείσμα του Χρηστάρα μου περιμέναμε δυο ώρες σ' ένα μαγαζί στο Λονδίνο για να τον αποκτήσω, να ταιριάζει με το φόρεμά μου.
   Είναι δύσκολο να εντυπωσιάσεις μια γυναίκα χορτασμένη από αγάπη απ' τα μικράτα της.
Δεν συγκινείται με επιτηδευμένες, μεγαλειώδες, προσχεδιασμένες κινήσεις ή βαρβάτα δώρα. Ίσως τα έχει σιχαθεί κιόλας. Kερδίζεις την καρδιά της, κάθε στιγμή που λες και πράττεις αυτό ακριβώς που σκέφτεσαι. Όταν, για παράδειγμα, περνάς δυο ώρες στο δρόμο για να της κάνεις έκπληξη ένα φιλί :)
   

Και τι φταις να τα τραβάς ολ' αυτά ρε γαμώτο;...
Στο είπα και τις προάλλες. Είν' ευλογία να έχεις αγαπήσει έναν άνθρωπο, πολύ πριν γίνετε ζευγάρι.
Κι ό,τι κι αν συμβεί, αυτό είναι ένα φυλαχτό που θα κρατήσω.
Καλά να πάθεις! :)

Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2016

Όσο κρατάει ένα τσιγάρο

Ξύλινες βιβλιοθήκες. Ένα πορτατίφ σε σχήμα καραβιού με υπογάλαζο φως.
Κουλουριασμένη ανάποδα στο κρεβάτι, μπροστά σ' ένα πήλινο τασάκι με ζωγραφιστούς ήλιους.

"Έχεις καλή πένα"
Όχι μωρό μου, έχω μόνο καλά μάτια και αυτιά. Όλες οι αισθήσεις σε πλήρη εγρήγορση, για να μαντέψω εικόνες που δεν ζω, από κάθε ανεπαίσθητη αλλαγή στον τόνο της φωνής σου. Κάθε κόμπιασμα.

Ο ρυθμός της αναπνοής σου είναι η μουσική μου.
Και κάθε μουσική που δημιουργείς, ελευθερία μου.

Πρώτη φορά που δεν νιώθω την ανάγκη να ταμπελοποιήσω τα συναισθήματά μου κάτω από βαρύγδουπες εκφράσεις. Ούτε περιμένω την επιβεβαίωση απ' τα δικά σου χείλη.
"Είσαι εντελώς ερωτεύσιμος άνθρωπος". Και δυο μάτια που γελάνε πιο λαμπερά κι απ' το χαμόγελο που φιλάω με καμάρι.
Είναι δυνατόν να μην μου αρκoύν; Πόσες αμφιβολίες μπορεί να χωρέσει το μυαλό μου -για το αν μου αξίζει να νιώθω τόσο μεθυστικά ελεύθερη, τόσο παιδιάστικα ευτυχισμένη;

Το κλειδί της ευτυχίας μου, η ισορροπία σου. Λουριά που κρατούν, χωρίς να σφίγγουν. Λόγια- βάλσαμο στη σωστή δόση, για να μελώνουν χωρίς να λιγώνουν την καρδιά απ' το σιρόπι.
Ακόμη και η υγιής "κτητικότητά" σου, σε οποιονδήποτε άλλο θα μ' έκανε να σηκώσω παντιέρα. Και τώρα η μόνη αντίδραση που μου βγαίνει είναι να σ' αρπάξω στα χέρια μου και να γίνει η αγκαλιά μου μέγκενη.
Και μη χειρότερα...

Και ποιό είναι το κλειδί της ευτυχίας τελικά;
Ένα κράνος μηχανής στη γωνία του δωματίου, που περιμένει υπομονετικά την επόμενη φορά που θα πάρει αέρα. Ένα δανεικό μπουφάν στους ώμους. Ένα γέλιο. Μια κουβέντα. Ελπίδα. Ένα φιλί στο λαιμό. Προσμονή. Το τελευταίο τσιγάρο της μέρας μου, μαζί.
 Ηρεμιστικό, διέγερση κι όνειρο συγχρόνως.
Μαζί σου παίρνει επιτέλους αέρα η ψυχή μου.

Υπήρξες αφορμή για κάμποσα κείμενα που έγραφα παλαιότερα. Είσαι πολλά απ' όσα με ενέπνεαν να μιλάω για πρότυπα. Μα κυρίως είσαι έμπνευση για να δημιουργώ καινούρια. Όμορφα. Κι όχι μόνο "στο χαρτί".

Στο τελευταίο τσιγάρο λοιπόν. Στα χρώματα που δίνεις στα ξενύχτια μου. Στην κάθε μικρή, μοναδική στιγμούλα που εκτιμώ διπλά επειδή είναι δική μας. Στα όνειρα που ανταμώνουμε ο ένας τον άλλο κάθε βράδυ, ακόμη κι όταν μας βρίσκει σε χωριστά κρεβάτια. Στη φωνή σου. Στη φλόγα σου.
Για όσο. Κι όπως. Κι ας καώ.

Φωτιά μου :)







Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2016

Χωρίς (περιττό) τίτλο

Τετάρτη, 29 Ιανουαρίου 2014.

    "Να ψάχνεις ανθρώπους δίπλα σου που σε εμπνέουν, όπως ο αγαπημένος σου καλλιτέχνης όταν ήσουν δεκαπέντε. Εκείνους που σε κάνουν να ξενυχτάς με τον τόνο της φωνής τους, ν' αποζητάς κάθε βλέμμα σαν σιωπηρή κουβέντα και θείο δώρο, που σε προκαλούν να σπας τα κιγκλιδώματα και τις άμυνες για να βρεθείς κοντά τους. Πιστός ακροατής στη μουσική των χειλιών τους, χειροκροτητής στα έργα τους, θαυμαστής στην ομορφιά της εικόνας τους. Να ψάχνεις ανθρώπους που σου προκαλούν δέος και σε αναγκάζουν να ονειρεύεσαι χωρίς να σκέφτεσαι."

    Σχεδόν τρία χρόνια αφότου σε γνώρισα, ήσουν η αιτία για να γράφω τέτοιες προτασούλες εδώ.
Και τώρα τι θα μπορούσες να είσαι; Κείμενο; Ποίημα; Δίστιχο;
Αν ήσουν μουσική πάντως, είσαι κάθε τραγούδι που μου έστελνες κι εδραιωνόταν αυτομάτως στη μνήμη τη δική μου και του κινητού μου. Άλλες στιγμές τα σιγοτραγουδούσα ώσπου να λιώσουν τα ηχειάκια των ακουστικών, άλλες δεν άντεχα ούτε να τα βλέπω στην playlist, κι άλλες τ' άκουγα με την μαζοχιστική δειλία που δοκιμάζεις ένα πυρωμένο σίδερο στο σώμα σου για να δεις αν πονάει.

    Απωθημένο λοιπόν; Κύκλος;
Δεν υπάρχουν επιστροφές μεταξύ μας, παρά μόνο νέες ευθείες. Το είπες κι εσύ ο ίδιος, αλλά κυρίως το αποδεικνύεις καθημερινά. Άλλος ένας λόγος που σκαρφαλώνεις με περίσσεια άνεση τα σκαλοπάτια της εκτίμησής μου.

    Ξέρω πως κάποιες συμπεριφορές σε κουράζουν. Πως δεν ψάχνεις καταφύγια και φωλιές. Τα μάτια μου αντιλαμβάνονται πολύ περισσότερα απ' όσα θα 'θελες να βλέπω. Μου προσάπτεις εσωστρέφεια, όμως προσαρμόζεσαι σ΄αυτή. Κανείς απ' τους δυο μας δεν ξέρει πού ακριβώς έμπλεξε.
Μπλέξαμε. Και πολύ το γουστάρω.

   Γουστάρω τον τόνο της φωνής σου, που με ηρεμεί σε κλάσματα δευτερολέπτου ακόμη και μετά από μια πολύ δύσκολη μέρα. Κι ακόμη περισσότερο γουστάρω τις σιωπές σου. Αυτές τις αναπνοές που όσο προσπαθώ ν' αποκρυπτογραφήσω, γεμίζουν με αέρα τα δικά μου πνευμόνια.

   Γουστάρω που δυσκολεύομαι ν' αποφασίσω τι με καυλώνει περισσότερο: τα λεγόμενά σου, η αντίληψή σου για τον κόσμο ή το γέλιο σου;

   Γουστάρω την υπομονή σου, την δύναμη που διαθέτεις για να μου υποδείξεις πως είμαι ικανή για όλα. Χωρίς "ντάντεμα" πια, χωρίς να προσπαθείς να με βοηθήσεις με δανεικά φτερά.

   Γουστάρω την προστατευτικότητά σου, που συγκρατείται από ένα αόρατο δίχτυ σεβασμού ώστε να μην υπερβεί τα όρια κι αρχίσω να κλωτσάω. Συγγνώμη για τις αντιδράσεις μου, ίσως κάποιες φορές να μην καταφέρω να κρύψω ένα νευρικό χαμόγελο. Είναι επειδή δεν έχω συνηθίσει, οι μέχρι πρότινος ερωτικές επιλογές μου στην διάθεση "θέλω να καθαρίσω για πάρτη σου" μάλλον θα 'πιαναν το ακουαφόρτε για να τρίψουν τ' άλατα στο μπάνιο. Όχι ότι μου φταίει κανείς βέβαια. Εγώ δεν ήμουν η ίδια.

  Με φώναζες "μπέμπα" κάποτε και μούδιαζα. Και τώρα, στο άκουσμα του "γυναικάρα μου", σιγολιώνω περήφανη. Και γουστάρω που λαμβάνεις τοις μετρητοίς την παρότρυνσή μου να μη μου χαρίζεσαι, να μην με λυπηθείς.

"Μάλλον δεν είχες ποτέ έναν άντρα δίπλα σου"
Γουστάρω το ότι πολλές φορές είσαι η φωνή των σκέψεών μου. Η ουσία όμως είναι πως ποτέ δεν ήμουν μ' έναν άνθρωπο σαν εσένα. Και, δυστυχώς για τη δική σου περίπτωση, αυτό ισχύει κι αμφιπλεύρως.

   Έπρεπε να βουτήξω σε πολλά ποταμάκια και βούρκους επιλογών, για να με φέρει το ρεύμα στην πόρτα σου και να με αντικρίσεις επιτέλους γυμνή. Χωρίς αναστολές, υπεκφυγές, χωρίς "πρέπει" και "μη". Με τα βλέμματά μας στραμμένα στην ίδια ευθεία. Ξέρεις μόνο τι φοβάμαι πια;
Τη μέρα που θα ξυπνήσω χωρίς διάθεση να παλέψω για το καλύτερο, για τους ανθρώπους μου, για μένα, για σένα, για μας, για όλα.
Τη μέρα που θα κάψω την αυτοσυγκράτησή μου σ' ένα λόφο κουρελιασμένων ανασφαλειών, θα ετοιμάσω βαλίτσα, θα σ' αρπάξω απ' το χέρι και θα φύγουμε. Για όπου κι όσο μας βγάλει. Με γοητεύει όσο και με τρομάζει εκείνο το πρωινό.

Τι σημαίνει γοητευτικός άραγε; Ανέκαθεν πίστευα πως δίνεις μια μοναδική έννοια σ' αυτόν τον ορισμό. Μήπως είναι απλώς το ελεύθερο πνεύμα ενός υπέροχου ανθρώπου;

Ερωτευμένη;
Βαρέθηκα τις μαγικές λεξούλες μωρό μου, εκείνες που προσπαθούν να καλύψουν τις συναισθηματικές μας ανάγκες με πρόχειρα καταφύγια. Πιο εύκολα θα δεις κάτι τέτοιο στην πράξη, παρά θα τ' ακούσεις απ' τα χείλη μου. Εκεί είναι το νόημα. Σε μια τόσο δα στιγμούλα.
Ένα ηλιόλουστο Κυριακάτικο μεσημέρι ανάμεσα στα δέντρα, που σε χαζεύω απ' το τζάμι και νομίζω πως ο ήλιος ο άτιμος ανατέλλει στο μέτωπό σου. Οι φλόγες του με πυρώνουν, τυφλώνομαι απ' το φως, αναγκάζομαι να χαμηλώσω το βλέμμα.
"Όταν με κοιτάς και διασταυρώνονται οι ματιές μας, δεν θα γυρνάς αλλού να μας το παίζεις αδιάφορη. Ακούς;"
Ακούω τα πάντα και νιώθω ακόμη περισσότερα. Δεν χωράνε παιχνιδάκια μεταξύ μας πια, η ημιτελής παρτίδα μας ξεκίνησε απ' την αρχή, με ισότιμους "αντιπάλους" στις άκρες της σκακιέρας.
Δεν μπορεί να είναι τυχαία όλ' αυτά ρε γαμώτο. Τόσος καιρός... Αναίτια. Δεν το χωράει το μυαλουδάκι μου.

Είσαι ο άντρας μου. Κι είσαι δικός μου.
Για όσο κανονίζουμε ταξίδια, χωρίς άδειες αποσκευές :)

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2016

Κάθε Σεπτέμβρη

Βρε βρε... Ώρα μας ήταν.
Σιγά μωρέ, ούτε δυο μήνες δεν έχουν περάσει από τότε που έγραψες, τι μπορεί να συνέβη πια;
    Κι όμως. Δεν είναι μόνο η αλλαγή περιβάλλοντος και των δεδομένων. Αν σταματήσεις να μετράς το χρόνο σε καθοριστικά έντονες στιγμές και προτιμήσεις την πεπατημένη του ημερολογίου που γράφει μήνες ή χρόνια, γερνάς με λάθος αντίληψη. 
    
    Πόσες φορές μ' έχεις ακούσει να εκθειάζω και να βρίζω ταυτόχρονα την Αθήνα, το τσιμεντένιο εργοστάσιο παραγωγής εικόνων, με τις μίζερες μέρες και τις νύχτες που δεν θυμίζουν ποτέ λευκές σελίδες; Απ' τη στιγμή που συνειδητοποίησα πως δεν έπρεπε ν' απαρνηθώ ποτέ το Σπίτι μου, ξαφνικά όλα έγιναν πιο απλά και το υβρεολόγιο μειώθηκε σημαντικά. Και ως δια μαγείας αποκαλύφθηκε η "φωλιά" που έψαχνα εδώ και μερικά χρόνια, κυνηγώντας τον ίσκιο μου. Κίνηση, άρωμα, μουσική, σκοτάδι, λάμψεις... Αυτή η πόλη αναπνέει. Κι επιτέλους, αναπνέω κι εγώ μαζί της. 

    Μετανιώνουμε;... Είναι μόνιμη η φωλιά; 
Καθόλου. Δεν ανήκω ούτε στην Κρήτη ούτε στην Αθήνα ούτε στο Γουαδαλκιβίρ, παρά μόνο στη Ζέτα. Και στο μέρος που της ταιριάζει περισσότερο την κάθε δεδομένη στιγμή. Το έχω αποδεχτεί πια: μπορεί να είναι η τελευταία μου μετακόμιση, ίσως και όχι. Τι σημασία έχει; Αντί να κλαψομοιρίζω πάνω από έναν ωκεανό λαθών, προτιμώ να φτιάχνω καταφύγια εκεί που η φωνή μου δεν κάνει δυνατό αντίλαλο. Σε κενά δωμάτια, στενά μυαλά και άδειες ψυχές. 

    Μ' αρέσει που γνωρίζω ξανά αυτή την πόλη απ' την αρχή, ειδικά κατ' αυτόν τον τρόπο. Τουρίστας της συνήθειας... Θα μπορούσα να σου γράφω ώρες, για μικρά καθημερινά πραγματάκια που μου τραβούν την προσοχή, αλλά τίποτα δεν μ' εντυπωσιάζει αφού είναι καταβάθος οικείο στη σκέψη μου. 

    Γουστάρω απίστευτα που δουλεύω βράδυ, κι ας δυσκολεύομαι να κρατήσω ισορροπίες με την κανονική μου δουλειά. Ανέκαθεν η αγάπη μου στη νύχτα ήταν αντιστρόφως ανάλογη της καλής σχέσης που δεν απέκτησα ποτέ με τον ύπνο. Κάπως έτσι με ξαναβρίσκω. Με βαριά βλέφαρα, έντονο μακιγιάζ, δημιουργική υπερένταση, ένα κάψιμο στο λαιμό απ' τα τσιγάρα και δυνατούς νες φουντούκι στο ποτήρι, κι ας είναι μειωμένες οι σωματικές αντοχές. Το πρόσωπο της αυπνίας που μου ταίριαζε πάντα. 

    Κάθε ξημέρωμα που με βρίσκει στο δρόμο διεγείρει τις αισθήσεις μου όλο και πιο πολύ. Τα μάτια μου βλέπουν μόνο κάδρα. Τ' αυτιά μου τεντώνονται διαρκώς σε κάθε άκουσμα, αφουγκράζομαι τις μυρωδιές σαν σκυλί. Ψίθυροι. Φωνές. Κρότοι. Η σειρήνα ενός περιπολικού. Μια κιθάρα που ακούγεται ανεπαίσθητα απ' το βάθος του δρόμου. Οι ψυχροί λαμπτήρες του μετρό. Τα ζωηρά φώτα των ξενυχτάδικων. Η μυρωδιά του φούρνου. Το ψυχρό πρωινό αεράκι που διαπερνά κάθε ίνα υφάσματος πάνω στο δέρμα. Πρόσωπα. Καρέ. Λεωφόροι. Ακόμη και η αίσθηση του πλακόστρωτου στα γυμνά μου πόδια, όταν δεν αντέχω πια και πετάω τις γόβες. Οι πέντε αισθήσεις σε πλήρη ενορχηστρωμένη εγρήγορση, για να ρουφήξουν αχόρταγα κάθε λεπτό της μαγείας της νύχτας. 

    Τόσα πράγματα να δούμε και να κάνουμε, τόσα σχέδια για ταινίες, φεστιβάλ, μουσικές, μικρά ταξιδάκια, θέατρο, χορευτικές παραστάσεις, παρουσιάσεις, κι όμως γι' αυτή τη συνάντηση αγωνιούσα περισσότερο απ' όλες. Έφτασα τρέχοντας κι αργοπορημένη, με σφίξιμο στο στομάχι εφάμιλλο ντεμπιταντ στην πρώτη της πρεμιέρα, και ένα χτύπο λιγότερο στην καρδιά, όπως αρμόζει στα εφηβικά πρώτα ραντεβού. 

- Πού πήγαν τα μαλλιά; 
- Πού πήγαν τα κιλά; 

Τόσο οικείος και ξένος συνάμα... Απρόσωπος. Και μια μεταλλική νότα στη φωνή, που αντήχησε εντελώς άγνωστη. Και τότε φοβήθηκα περισσότερο. Πόσα λάθη μπορεί να έκανες, για να μην αναγνωρίζεις κάποιον με τον οποίο έχεις κάνει λίγες απ' τις ουσιαστικότερες κουβέντες της ζωής σου; 
    Τελικά με έσωσε ένα χαρακτηριστικό, κελαρυστό, δυνατό σου γέλιο. Άρχισα να νιώθω γνώριμα, να βλέπω ζεστό φως, να θυμάμαι. Λύθηκαν τα μάγια...

 Είχα ξεχάσει ρε γαμώτο πως έχεις την ομορφότερη φωνή του κόσμου.

   - Κάθε Σεπτέμβρη σε πιάνει; 
Εύλογες απορίες για δίκαια πληγωμένους εγωισμούς. Ξέρω πως κατάλαβες λίγα παραπάνω απ' όσα φοβόμουν απ' τις εξηγήσεις μου. Έπρεπε να περάσουν μήνες για να καταλάβω πως οι σπασμωδικές αντιδράσεις του περασμένου χειμώνα ήταν η επιτακτική ανάγκη να πετάξω, χωρίς να έχω φτιάξει ακόμη τα φτερά. Κι όταν πας να χτίσεις πάνω σε σαθρά θεμέλια αυτοπεποίθησης ή αυτογνωσίας, η "προδοσία" έχει πιθανοθεωρητική βεβαιότητα. Ο χειμώνας αυτός δεν ήταν τίποτ' άλλο πέρα από αντιδράσεις πληγωμένου ζώου. Και η κάθε μέρα που ξυπνούσα σ' ένα κωλόσπιτο τίγκα στην υγρασία, διερωτώμενη γιατί κατάντησα εκεί, γιατί να σηκωθώ απ' το κρεβάτι μου κι αν έχω χρήματα να φάω, ήταν η ισχυρή αντιβίωση που στάλαζε βασανιστικά αργά στο μπράτσο μου κι επούλωνε σταγόνα - σταγόνα τα τραύματά μου.  Το "έχω περάσει και χειρότερα" δεν είναι ποτέ ισχυρό εμβόλιο, εκτός εάν το εμπλουτίσεις με όλα εκείνα τα αντισώματα που είχες αυτές τις όντως χειρότερες στιγμές, την πολεμοχαρή σου διάθεση. Εκεί το ζώο ορθώνει ανάστημα, ανασυγκροτείται, πιάνει το sniper κι ετοιμάζει τη διατριβή του στο κόψιμο κώλων. Ειδικά όσων, με απεριόριστη ανδροπρέπεια, προσπάθησαν να το καβαλήσουν όσο ήταν ήδη πεσμένο στο έδαφος. Χωρίς εκδικητικότητα ή απωθημένο, είναι περιττή αρνητική ενέργεια όταν γνωρίζεις πως η ζωή αποδίδει με τεράστια συνέπεια τα δέοντα σε όσους φοβούνται να σε δουν όρθιο. Είναι οι πρώτοι που ακουμπούν στο χώμα, με κάθε μικρό ή μεγάλο προοδευτικό σου βήμα. 

    - Εγώ γνωρίζω δύο Ζέτες. Αυτή που ήξερα μέχρι πέρυσι, κι αυτή που βλέπω τώρα. 

Κάπως έτσι λοιπόν στέκομαι μπροστά σου και μπορώ να αντικρίζω το βλέμμα σου στην ίδια ευθεία. Έχω μια πύρινη σφαίρα μέσα μου αλλά δεν με καίει πια, ούτε θέλω να την παραδώσω βιαστικά σε τρεμάμενα, ανάξια χέρια. Είναι ο μικρός μου ήλιος, και προσπαθώ να δυναμώνω το φως του μέρα με τη μέρα. Φυσώ την κάννη του όπλου και σου κλείνω πονηρά κι αυθάδικα το ματάκι. Όσο κι αν έχει σκληρύνει το δέρμα μου, όσο κι αν ταυτίζομαι μ' άλλα είδη του ζωικού βασιλείου κι όσο κι αν απεχθάνομαι τα χαζοναζάκια, ήταν έκπληξη ικανοποίησης πως μαζί σου αισθάνομαι ακόμη για κάποιο ρημάδι λόγο γατί. Που γουργουρίζει αμήχανα στο άκουσμα κάποιων εκφράσεων, χάνοντας τις δικές του, μαζί με το έδαφος κάτω απ' τα πόδια του, σ' ένα διαρκές πνευματικό σκάκι που δεν με τρομάζει πια.

Δεν μπορώ άλλα λόγια κι υποσχέσεις. Ούτε θέλω να σε απογοητεύσω ξανά. 
Ο δρόμος είναι ανοιχτός, δικός μας, γεμάτος πράξεις που μας ευχαριστούν.
Κάπως έτσι ξεκινούν οι μάχες με νόημα. 
Γουστάρεις; :) 
Προς το παρόν μου αρκεί που βλέπω τέτοια τοπία μαζί σου. Και κρατάω την ετοιμοπόλεμή μου διάθεση για όσα φέρνει ο χρόνος. 

https://youtu.be/pf4LsEnHdWQ