Athens

Athens
Athens

Τετάρτη 11 Ιουνίου 2014

Ο Χρήστος και τα τερατάκια σκέψης

     Λοιπόν, λοιπόν. Πέρασαν κιόλας δυο χρόνια. Μετά από νουθεσίες, ξεσπάσματα, μικροαναφορές και υπαινιγμούς, νομίζω ότι ήρθε η ώρα να τα πούμε στα ίσια, χωρίς περιστροφές. Στο οφείλω. Κανείς δεν καταλαβαίνει πως οι αναμνήσεις πρέπει να συνοδεύονται απ' τα πιο ζεστά χρώματα της σκέψης μου κι όχι με μοιρολόγια.

    Μεγάλωσες τη δεκαετία του '60 σε μια φτωχογειτονιά του Ταύρου, κοντά στις εργατικές κατοικίες. Έτρωγες κρέας δυο φορές το μήνα, ήσουν ένα άτακτο κωλοπαίδι αποφασισμένο να ξεφύγεις απ' τη μιζέρια σου. Σπούδασες στον Καναδά, γύριζες τους δρόμους με μια κιθάρα κι ένιωθες παίκτης σε μια παρτίδα που δεν σε αφορούσε. Πίσω στην Ελλάδα, έκανες μια νέα (μικροαστική) αρχή. Ήσουν δυνατό μυαλό στα μαθηματικά, πολύ καλύτερο από μένα. Σου ταίριαζε το επιχειρηματικό. Στήριγμα κι ακροατής στα όνειρά σου η Βάσω, που δούλευε σαν πιστό σκυλί. Tης το ξεπλήρωσες και με το παραπάνω, όταν κλονίστηκε η υγεία της κι άρχισε να δαγκώνει.

"Ούτε ειλικρινής, ούτε ανθρωπιστής
σαν ξοφλημένος αγωνιστής
που φοβάται το παιχνίδι και το παίζει δικαστής"

     Σιγά σιγά ήρθαν οι υποχρεώσεις, οι χρυσές μέρες, ο απόγονος -συνεχιστής του ονόματος και τελευταία η κόρη που σε έκανε να ξυρίσεις τα μούσια και τα μαλλιά και να πληρώσεις μερικές απ' τις αμαρτίες σου με σελοφάν οικογειάρχη. Σιγά σιγά άρχισες να φοβάσαι κι όλα χάθηκαν στην πορεία. Ο Τρότσκι, το νέο κύμα, η καναδέζικη προφορά, ο ελεύθερος χρόνος. Τ' απωθημένα απ' όσα στερήθηκες στοιβάχτηκαν σαν τα ρούχα στις κρεμάστρες της ντουλάπας σου. Μερικές φορές πνιγόσουν απ' τη δυσωδία κι ήθελες να πάρεις αέρα, η χαμένη σου αθωότητα έκανε εκδικητικές βόλτες με την κίτρινη Vespa. "Sweet child in time". Τότε άρχιζαν τα οικογενειακά ταξίδια, τα μονοήμερα στη Θεσσαλονίκη για τους Deep Purple, οι εκπλήξεις, τα θέατρα, όλα όσα θα έγραφε ένα αρθράκι της πλάκας για το τι πρέπει να κάνει ένας καλός πατέρας. Ήσουν υπέροχος, δεν τα είχες ανάγκη ούτως ή άλλως.

   Κάθε απόλυτη σχέση αγάπης οφείλει στον εαυτό της να περάσει από πολλές τρικυμίες. Στην εφηβεία σε λάτρεψα και σε κόντραρα με το ίδιο πάθος. Δεν ήξερες αν έπρεπε να με αντιμετωπίζεις σαν παιδί ή σαν γυναίκα, οι συνθήκες και οι ευθύνες μας μπέρδευαν. Κι ύστερα έφυγα.

"Κι ύστερα θα γίνω εικοσιένα και συ σαρανταεννιά...
Τα Μίκυ Μάους μου σκισμένα τα ΑΝΤΙ σου σε κουτιά.
Θα αποφεύγω να σε δω στα μάτια, θα μου μάθεις να οδηγώ..."

    Από τα 15 μου προσπαθούσες να μου στείλεις σκόρπια μηνύματα, σαν λευκά κλειστά φάκελα. Ζούσα στο ροζ συννεφάκι μου, δεν μπορούσα να δω πως μου ζητούσες βοήθεια. Έβαζες στο τέρμα τα "Τερατάκια τσέπης" του Μαχαιρίτσα μόνο όταν είμασταν οι δυο μας στ΄ αμάξι. Ήξερες πως σου μοιάζω πολύ, και περίμενες. Αλλά τότε ήμουν χαμένη στα ανούσιά μου προβλήματα, το κακομαθημένο ξανθό γκομενάκι που περίμενε το μηνιάτικο και δεν μπορούσε ν' αποκρυπτογραφήσει τα ψιλά γράμματα. Είχε πολύ φως και δεν έβλεπα...

    Ίσως πολλοί πιστεύουν ότι έχω συγχωρήσει τα λάθη σου, με αυτό το ροζ πέπλο μελαγχολίας που ωραιοποιεί τέτοιες καταστάσεις. Δεν σε συγχωρώ για τίποτα, γιατί αυτό θα σήμαινε ότι λυπάμαι κι αφήνω πίσω τα κακώς κείμενα. ΟΧΙ. Έχω υποχρέωση στον εαυτό μου να σ' αγαπάω σαν τρελή, να κάνω όσα περίμενες από μένα και να συνεχίσω την πορεία μου πιο ψηλά απ' όσο άντεχες να φτάσεις, διορθώνοντας όσα περνούν απ' τα χέρια μου, και τσακίζοντας τον κάθε κερατά που έπρεπε να τσακίσεις εσύ όταν έχω την ευκαιρία.

"Δεν νομίζω πως θα καταφέρω να σε πω ποτέ μπαμπά
Ούτε να σου δείξω όσα ξέρω κι όσα νιώθω στη καρδιά"

    Το μόνο που με στεναχωρεί είναι ότι δεν μου έδειξες νωρίτερα πώς να περπατάω στο σκοτάδι. Γιατί δεν μιλούσες σε κανέναν; Γιατί με άφησες απέξω απ' τα προβλήματα; Δεν με χρειαζόσουν για στήριγμα; Ήμουν πολύ μικρή και ηλίθια για ν' αφουγκραστώ άηχες κραυγές. Αδύναμος μέσα στη δύναμή σου. Όταν θόλωσε το τοπίο μπόρεσα να σε δω πιο καθαρά. Την πρώτη φορά που άκουσα τις "Μικρές Νοθείες" του Παπακωνσταντίνου κι έκλαψα ήταν επειδή κατάλαβα γιατί αγαπούσες αυτό το τραγούδι. Όταν σε πόνεσα. Σιγά σιγά και με πολύ κόπο συμπληρώθηκε το παζλ. Απέκτησαν νόημα τα ξενύχτια, οι αυτοκαταστροφές σου, όλα όσα προσπαθούσες να μου πεις. Κι ο "μπαμπάς", όπως όλες οι τυπικές προσφωνήσεις, έγινε στη σκέψη και στα λόγια μου Χρήστος, όταν μπορούσα να τον κοιτάξω ίσια στα μάτια απ' τον πάτο του πηγαδιού και ν' ανάψουμε μαζί ένα τσιγάρο. Ο Χρηστάρας μου.

"Μα τι λες ρε μεγάλε
πόσο μου `μοιασες σ’ όλα
παικταρά παρ’ τα μου όλα
άσε κάτι για τον ψυχαναλυτή"

    Πολύ αργότερα έμαθα τι πίστευες για μένα, απ' τον ίδιο άνθρωπο που κατάλαβε ότι η πλάτη μου είναι σημαδεμένη από τη μάσκα που έμαθες να φοράς. Απ' τις μάσκες που σε έφαγαν. "Μυαλό διαμάντι και αυτοπεποίθηση μηδέν". Ήταν ένα χαστούκι, δεν λέω. Απ' τα χαστούκια που έπρεπε να μου ρίξεις νωρίτερα, όταν μου έδωσες την πλάτη και τα φτερά. Θα μάθαινα πιο γρήγορα να πετάω αν δεν γκρίνιαζα για όσα μου λείπουν, αν δεν με έπιανε το παράπονο. Με καλόμαθες. Είμαστε τόσο ίδιοι ρε γαμώτο...
   Αν με ρωτήσεις τι μου λείπει περισσότερο, είναι εκείνοι οι πρωινοί καφέδες, ειδικά όταν είχα καιρό να σε δω. Θα ήθελα να είχες προλάβει να γνωρίσεις τον μόνο άντρα που μου φτιάχνει καφέ το πρωί, μετά από σένα. Θα ήθελα να ζυγιάσεις τις επιλογές μου, μ' ένα προστατευτικά αυστηρό βλέμμα αλλά και την απέραντή σου κατανόηση. Καταλάβαινες τα όνειρά μου γιατί είμασταν φτιαγμένοι απ' το ίδιο υλικό. Το είδωλό σου που βλέπω κάθε μέρα στον καθρέφτη ίσως με κάνει να σε αποζητώ λιγότερο. Αγαπούσες τις εικόνες, στοίβαζες τις φωτογραφίες στην αποθήκη για να μην ξεχάσεις τις ανησυχίες σου μέχρι που σ' έπνιγαν. Δεν πρόκειται να κάνω το ίδιο, να το ξέρεις.

"Συμφωνήσαμε και πατσίσαμε
κι αφού κι οι δυο
την πατήσαμε
συνεχίζουμε με κόντρες
μια σχέση τρυφερή
Και αφού κανείς
δεν ευθύνεται
αυξάνεται και πληθύνεται
του ανθρώπου η συμμορία
ζούγκλα οικογενειακή"


   Όταν, σκαρφαλωμένη απ' τα κιγλιδώματα του Καλλιμάρμαρου, είδα να βγαίνει η παιδική χορωδία στη σκηνή του Μαχαιρίτσα κι άκουσα το τραγούδι που δεν περίμενα ποτέ σε συναυλία πίστεψα η άθεη, πως πρώτη φορά είχα μια ανοιχτή συνομιλία με το Θεό. Εκεί στα ψηλά, με τον ουρανό να ξεδιπλώνεται μπροστά μου. Πίστεψα πως μπορούσα να σ' αγγίξω, να σου δώσω ένα γλυκό φιλί. Δεν θέλω να σε θυμάμαι στα ζόρια. Θέλω στο πτυχίο, στις δουλειές, στην οικογένεια, σε όλες αυτές τις συμβατικές αηδίες που ορίζουν την ευτυχία να κοιτάω ψηλά και να σου κλείνω πονηρά το μάτι. Έχουμε πολύ δρόμο ακόμη. Να με περιμένεις. :*